Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2008

ΠΟΛΕΜΙΚΟΙ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΤΕΣ ΣΤΟΝ ΙΣΠΑΝΙΚΟ ΕΜΦΥΛΙΟ

Έως την Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2008, φιλοξενήθηκε στο Πολιτιστικό Κέντρο του Μ.Ι.Ε.Τ. Θεσσαλονίκης η φωτογραφική έκθεση με τίτλο «Οι Πολεμικοί Ανταποκριτές του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου». Η συγκεκριμένη έκθεση πρωτοπαρουσιάστηκε στη Νέα Υόρκη τον Ιούλιο του 2006 (με αφορμή τη συμπλήρωση 70 ετών από την έναρξη του ισπανικού εμφυλίου) και, στη συνέχεια, επισκέφθηκε άλλες 15 πόλεις στις χώρες καταγωγής των ανταποκριτών. Μετά τη Θεσσαλονίκη, φιλοξενείται στο Κέντρο Τεχνών στο Χαλάνδρι (03.12.2008 – 09.01.2009).
Ο Ισπανικός Εμφύλιος (1936-1939) αποτέλεσε τη γενική δοκιμή για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και την οριστική ταφόπλακα στην προσπάθεια για αυτοδιαχείριση. Στην έκθεση παρουσιάζονται αποσπάσματα από 31 ανταποκρίσεις που δημοσιεύθηκαν στον διεθνή Τύπο, το χρονικό διάστημα 1936 – 1939.
Ο Νίκος Καζαντζάκης πηγαίνει στην Ισπανία ως απεσταλμένος της εφημερίδας "Καθημερινή". Οι ανταποκρίσεις του δημοσιεύονται καθημερινά στην εφημερίδα από τις 24 Νοεμβρίου 1936 έως τις 17 Ιανουαρίου 1937 και αποτελούν τη μεγάλη ενότητα «¡Viva la muerte! »στην έκδοση του βιβλίου «Ισπανία. Νίκος Καζαντζάκης, Ταξιδεύοντας ­ Ισπανία» (Εκδόσεις Καζαντζάκη). Ο Καζαντζάκης περιγράφει τον πόλεμο δείχνοντας τη συμπάθειά του για το φρανκικό στρατόπεδο. Βέβαια, σχετικά με τις πεποιθήσεις του Νίκου Καζαντζάκη επικρατεί αβεβαιότητα, και αυτό οφείλεται κυρίως στις συχνές ιδεολογικές μεταστροφές που τον χαρακτήριζαν. Έτσι, λόγω του εφήμερου ενθουσιασμού του για ανατροπή και επανάσταση, την περίοδο 1921 - 1924, όταν διέμενε κυρίως στη Γερμανία παρακολουθώντας «την μπολσεβίκικη κίνηση», χαρακτηρίζεται κομμουνιστής. Αργότερα το ενδιαφέρον του αυτό μετατοπίζεται και διασπάται. Η Ελένη Καζαντζάκη σημειώνει: «Ξέρει πόσο τον υποψιάζουνται και τον κατηγορούν για πληρωμένο κομμουνιστή από τη Μόσχα. Ξέρει, επίσης, πολύ καλά πως οι αριστεροί δεν τον θέλουν, γιατί είναι... μυστικιστής. Ωστόσο, δεν ήξερε ακόμα πως οι αρχηγοί του Κ.Κ.Ε. τον κατηγορούσαν για πράχτορα της Ιντέλλιτζενς Σέρβις (…)» ­ (Ελένη Καζαντζάκη, «Νίκος Καζαντζάκης, Ο Ασυμβίβαστος», Εκδόσεις Καζαντζάκη, Αθήνα 1983, σ. 477). Ο εκδότης της εφημερίδας Γεώργιος Βλάχος λέει στον συγγραφέα: «Ξέρω πως θα προτιμούσες να πας στους Κόκκινους. Μα εγώ σε στέλνω στους Μαύρους, όπως τους λέτε». Το γεγονός της αποστολής του στους «Μαύρους» και όχι στους «Κόκκινους» ο Καζαντζάκης το αντιμετωπίζει, σύμφωνα με την Ελένη Καζαντζάκη, ­ ως πρόκληση και η συνεργασία με μια συντηρητική εφημερίδα τον υποχρεώνει (δεδομένης της πολιτικής κατάστασης στην Ελλάδα) ­ να τηρήσει τους όρους της δεοντολογίας και να σεβαστεί τη γραμμή της εφημερίδας. Ο Καζαντζάκης εκστασιάζεται από τα γεγονότα (π.χ. η καταστροφή της πόλης Toledo) και αποδίδει μυθικές διαστάσεις σε κάποια πρόσωπα. Έτσι, μιλά με το ίδιο πάθος τόσο για τη Ρωσική Επανάσταση και τους πρωτεργάτες της, για το «μπολσεβίκικο» κίνημα της Ευρώπης ή την Κρητική Επανάσταση, όσο και για τον Μουσολίνι ή την «εθνική ανασυγκρότηση» του Φράνκο. Όταν μετά από συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο Franco στις 22 Δεκεμβρίου 1936 οι λοιποί συνάδελφοί του δημοσιογράφοι εγκατέλειψαν το γραφείο του κινηματία με έναν μορφασμό δυσφορίας, ο Καζαντζάκης έγραφε: «Μα εγώ ήμουν χαρούμενος, γιατί είδα έναν άνθρωπο αποφασισμένο και γαλήνιο, τέλειο όργανο της εποχής του, πειθαρχημένον εργάτη και συνεργάτη του φοβερού, ανήλεου καιρού που ζούμε (…)» Ο Καζαντζάκης ταξίδεψε τρεις φορές στην Ισπανία μεταξύ 1926 και 1937. Τα κείμενα που συνέγραψε κατά το πρώτο του ταξίδι, το 1926, δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» (από τις 12 Δεκεμβρίου 1926 έως τις 7 Ιανουαρίου 1927). Τον Οκτώβριο του 1936, ο Καζαντζάκης παίρνει συνέντευξη από τον συγγραφέα και φιλόσοφο Miguel de Unamuno (η συνέντευξη δημοσιεύθηκε στις 14.12.1936): «(…) Ο Ουναμούνο είχε γεράσει απότομα, είχε λιώσει, καμπούριασε. Μα το μάτι του άστραφτε, πάντα άγρυπνο, γοργό, βίαιο, σαν ταυρομάχου. Δεν πρόλαβα ν’ ανοίξω το στόμα˙ είχε κιόλας χυμήσει ο Ουναμούνο, ακάθεκτος, στο κέντρο του στίβου. Είμαι απελπισμένος! Φώναξε σφίγγοντας τους γρόνθους του. Ό,τι γίνεται εδώ, πόλεμοι, σκοτωμοί, πυρπόληση εκκλησιών και λιτανείες κόκκινες σημαίες και λάβαρα του Χριστού, γιατί γίνουνται νομίζετε; Γιατί οι Ισπανοί πιστεύουν; Τούτοι στη θρησκεία του Χριστού και εκείνοι στη θρησκεία του Λένιν; Όχι! Όχι! Ακούσετε, προσέξετε καλά αυτό που θα σας πω: Όλα αυτά γίνουνται γιατί οι Ισπανοί δεν πιστεύουν τίποτα! Τίποτα! Τίποτα! Είναι "Ντεσεσπεράδος!". Καμμιά γλώσσα του κόσμου δεν έχει τη λέξη αυτή. Γιατί κανένα άλλο έθνος εξόν από το Ισπανικό, δεν έχει και το νόημά της. "Ντεσεσπεράδος" θα πη εκείνος που ξέρει καλά πως δεν έχει να πιαστή από τίποτα, που τίποτα δεν πιστεύει και μην πιστεύοντας κυριεύεται από λύσσα (…) χύμησε πάλι στο στίβο: Ο Ισπανικός λαός έχει κυριευτή από τρέλα. Όχι μονάχα ο Ισπανικός λαός, παρά κι’ όλος ο κόσμος σήμερα. Γιατί; Γιατί το επίπεδο της νεότητας όλου του κόσμου έχει πνευματικά ξεπέσει. Δεν περιφρονούν μονάχα το πνεύμα˙ το μισούν. Μίσος, μίσος εναντίον του πνεύματος! να το χαρακτηριστικό όλων των σημερινών νέων του κόσμου. Θέλουν σπορτ, δράση, πόλεμο, πάλη των τάξεων, γιατί νομίζετε; Γιατί μισούν το πνεύμα. (…) Το πρόσωπο της αλήθειας είναι τρομερό! Ποιο είναι το χρέος μας; Να κρύψουμε την αλήθεια από τον λαό! (…) Ν’ απατάς, ν’ απατάς τον λαό, για να έχη ο κακομοίρης δύναμη και κέφι να ζήση. Ο λαός έχει ανάγκη από μύθο, από πλάνη, από απάτη. Αυτά τον στηρίζουν στη ζωή! (…)».
Στις 8 Αυγούστου 1936, ο Felix Correia (1901–1969), ανταποκριτής της πορτογαλικής εφημερίδας "Diário de Lisboa", πήρε συνέντευξη από τον στασιαστή Francisco Franco. Η συνέντευξη (που δημοσιεύθηκε στις δύο ημέρες μετά, με τον τίτλο «Ο στρατηγός Franco εκθέτει στην εφημερίδα Diário de Lisboa») έδωσε την ευκαιρία στον μετέπειτα δικτάτορα να αναπτύξει τα γνωστά περί «σωτηρίας της πατρίδας από το χάος και τον κομμουνιστικό όλεθρο» κλπ. και αναδημοσιεύτηκε στην αγγλική εφημερίδα "News of the World" (η οποία αγόρασε και τα αποκλειστικά δικαιώματα της συνέντευξης). Ο Correia συμπεριέλαβε τη συγκεκριμένη συνέντευξη (μαζί με μία συνέντευξη με τον Χίτλερ) στο βιβλίο του "Quem vem lá?" ("Ποιος είναι εδώ;" - 1940). Ποτέ δεν έκρυψε τα φιλοαπολυταρχικά του αισθήματα και υπήρξε περιστασιακός ανταποκριτής της (άκρως φιλοφασιστικής και τώρα φιλομοναρχικής) ισπανικής εφημερίδας "ABC" κι ευνοήθηκε ποικιλοτρόπως από το δικτατορικό καθεστώς του Salazar.
Για την ίδια εφημερίδα ("Diário de Lisboa") έστειλε κείμενα και ο Artur Portela (1901-1959).
Ο Mário Neves (1912–1993), έστειλε στην πορτογαλική εφημερίδα "Diário de Lisboa" ανταπόκριση (δημοσιεύθηκε στις 16.08.1936) με τίτλο «Η σφαγή της πόλης Badajoz Οι φάλαγγες των στασιαστών ετοιμάζονται να ξεκινήσουν». Η σφαγή της Badajoz, επακόλουθο της μάχης που έλαβε χώρα στις 14.08.1936 έγινε γνωστή στον κόσμο ακριβώς χάρη στον Mário Neves. Βέβαια, η εφημερίδα τον αντάμειψε λογοκρίνοντας την τελευταία του ανταπόκριση (της 17ης Αυγούστου)– η οποία δε δημοσιεύθηκε ποτέ…
Για το ίδιο γεγονός, ο Jay Allen (1900-1974), έστειλε στην εφημερίδα "Chicago Tribune" ανταπόκριση (δημοσιεύθηκε στις 30.08.1936) με τίτλο «Σφαγή 4.000 στη Badajoz, πόλη των φρικαλεοτήτων».
Ο (σιωνιστής) Ολλανδοκαναδός δημοσιογράφος Pierre van Paassen (1895-1968) προσχώρησε στη μεραρχία του Buenaventura Durruti κι έγραψε για την καναδική εφημερίδα "Toronto Daily Star" άρθρο (δημοσιεύθηκε στις 18.08.1936) με τίτλο «2.000.000 αναρχικοί παλεύουν για την Επανάσταση».
Ο Γάλλος συγγραφέας Antoine de Saint Exupéry (1900-1944) έφτασε στην Ισπανία ως απεσταλμένος της εφημερίδας "LIntransigeant". «Εδώ τουφεκίζουν σα να κόβουν δέντρα», τιτλοφορείται το κείμενό του που δημοσιεύθηκε στις 19.08.1936: «(…) Τουφέκισαν δεκαεπτά "φασίστες". Τον παπά, την υπηρέτρια του παπά, τον νεωκόρο και δεκατέσσερις "επιφανείς" του χωριού. Γιατί όλα είναι σχετικά. Γιατί όταν βλέπουν στις εφημερίδες τους το πορτρέτο του Βασίλι Ζαχάροφ, ιδιοκτήτη και κύριου του κόσμου, το μεταφράζουν στη γλώσσα τους. Και τον ταυτίζουν με τον τσιφλικά ή τον φαρμακοποιό. Κι όταν τουφεκίζουν τον φαρμακοποιό, αυτός που πεθαίνει είναι και λίγο ο Βασίλι Ζαχάροφ. Ο μόνος που δεν καταλαβαίνει τίποτα είναι ο φαρμακοποιός (…) αυτόν που ακόμα ταράζει τις συνειδήσεις, τον είδα πριν από λίγο στο καφενείο του χωριού, ευχάριστο, χαμογελαστό, με τόση όρεξη για ζωή! Ήρθε για να μας αποδείξει ότι παρ’ όλες τις εκτάσεις με τα αμπέλια του, ανήκε επίσης στο ανθρώπινο είδος, υπέφερε απ’ τους ρευματισμούς όπως οι υπόλοιποι, σκούπιζε τον ιδρώτα του με το θαλασσί μαντίλι κι έπαιζε ταπεινά μπιλιάρδο. Τουφεκίζεις έναν άνθρωπο που παίζει μπιλιάρδο; Κι έπειτα, έπαιζε άσχημα, με τα χονδροκομμένα χέρια του να τρέμουν: ήταν συγκινημένος, δεν ήξερε καν αν ήταν φασίστας ή όχι (…)». Ο Antoine de Saint Exupéry προσγειώθηκε δύο φορές με το αεροπλάνο του στην Ισπανία και σε κάποιες περιπτώσεις μεσολάβησε υπέρ αιχμαλώτων. Πάντως, τηρεί απόμακρη στάση, το βλέμμα του είναι ψυχρό και αποστασιοποιημένο, δεδομένου ότι θεωρεί τη σύγκρουση άχρηστη.
Ο Harold G. Cardozo (1888-1961), είναι ο απεσταλμένος της λονδρέζικης "Daily Mail". Στις 30.09.1936, δημοσιεύεται ανταπόκρισή του με τίτλο «Ο διοικητής του Alcázar λέει στον γιό του: "Πρέπει να πεθάνεις"». Οι εντυπώσεις του Cardozo από τον Ισπανικό Εμφύλιο αποτυπώθηκαν το 1937 στο βιβλίο "The march of a nation: my year of Spain's civil war".
Ο Mijail Koltsov (Михаил Ефимович Кольцов, 1898-1942), ανταποκριτής της σοβιετικής "ΠΡΑΒДΑ", στον οποίον είχε αποδοθεί ο χαρακτηρισμός «τα μάτια του Στάλιν» (ο οποίος, σε αντίθεση με την απλοχεριά που έδειξαν οι Χίτλερ και Μουσολίνι προς τους φαλαγγίτες του Franco, βοήθησε με το σταγονόμετρο τους Δημοκρατικούς), είχε μαζί του ολόκληρο κινηματογραφικό συνεργείο – καθοδηγούμενο από τους Μπορίς Μακασέγιεφ και Roman Carmen. Αφίχθη στην Ισπανία στις 8 Αυγούστου 1936 και, μετά από τρεις εβδομάδες, δημοσιεύθηκαν στη Σοβιετική ένωση οι πρώτες ανταποκρίσεις και προβλήθηκαν τα πρώτα κινηματογραφημένα στιγμιότυπα. Την 1η Νοεμβρίου 1936, η "ΠΡΑΒДΑ" δημοσίευσε κείμενό του με τίτλο «Η αντεπίθεση»: «(…) Για πρώτη φορά στις τελευταίες έξι εβδομάδες, τα δημοκρατικά στρατεύματα προέλασαν στο κεντρικό μέτωπο. Κατά τη διάρκεια μιας ολόκληρης μέρας, πολεμούσαν με τις καλύτερες φασιστικές δυνάμεις, τις μονάδες της Λεγεώνας των Ξένων, το μαροκινό ιππικό και το πεζικό: πάλεψαν κι εξουδετέρωσαν τον εχθρό (…) Από την άλλη μεριά, ο εχθρός έπεσε σε σύγχυση αφού όχι μόνο βρέθηκε αντιμέτωπος με ισχυρή αντίσταση, αλλά και με μια αντεπίθεση απρόσμενα δυνατή και αρκετά ευαίσθητη (…)».
Koltsov και Durruti
Ο Geoffrey Cox (1910-2008) έφτασε στην Ισπανία περί τα τέλη του Οκτώβρη 1936, αντικαθιστώντας συνάδελφό του που είχε αιχμαλωτισθεί. Επί έξι εβδομάδες έγραψε για την αγγλική εφημερίδα "News Cronicle". Στις 5 Δεκεμβρίου 1936 δημοσιεύθηκε η ανταπόκρισή του «Εμπρηστικές βόμβες πάνω από τη Μαδρίτη». Ο Cox περιγράφει πώς οι Δημοκρατικοί αναχαίτιζαν τις φάλαγγες που είχε στείλει ο Mola εναντίον της Μαδρίτης και την αδυναμία της Αφρικανικής Στρατιάς (μαροκινοί μισθοφόροι) να κυριεύσει την πρωτεύουσα.
Ο Ksawery Pruszyński (1907-1950) θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Πολωνούς δημοσιογράφους του 20ού αιώνα. Έφτασε στη Barcelona και από εκεί πήγε στην Valencia και στην Almería, για να καταλήξει στην πολιορκημένη πρωτεύουσα (της οποίας την αντίσταση ενάντια στους φασίστες, περιέγραψε). Στην έκθεση παρουσιάζεται απόσπασμα από το κείμενό του με τίτλο «Ο βομβαρδισμός της Μαδρίτης», που δημοσίευσε η πολωνική εφημερίδα "Wiadomości Literackie" στις 13.12.1936.
Ο Γάλλος δημοσιογράφος Louis Marie Joseph Delaprée (1902-1936), απεσταλμένος της εφημερίδας "France Soir", θεωρείται το αντιπροσωπευτικότερο παράδειγμα ανταποκριτή που αμφισβητεί τα όρια που προσπαθούν να του επιβάλλουν οι προϊστάμενοί του. Σκοτώθηκε τον Δεκέμβριο του 1936 όταν, επιστρέφοντας στο Παρίσι για να διαμαρτυρηθεί για τον τρόπο με τον οποίον αντιμετωπιζόταν η δουλειά του, καταρρίφθηκε το αεροπλάνο στο οποίο επέβαινε. Πριν ξεκινήσει, είχε στείλει μήνυμα στην αρχισυνταξία της εφημερίδας, στο οποίο τόνιζε ότι τα μισά από τα κείμενα που είχε στείλει δεν είχαν δημοσιευθεί και πως δούλευε για τον σκουπιδοτενεκέ. «Δε θα στείλω τίποτε άλλο. Δεν αξίζει τον κόπο. Η σφαγή εκατοντάδων παιδιών στην Ισπανία ενδιαφέρει λιγότερο από έναν αναστεναγμό της κυρίας Simpson (…)», έγραψε. Στις 30.11.1936, η "France Soir" δημοσίευσε κείμενό του με τίτλο «Αναζωπυρώθηκε η μάχη στο μέτωπο της Μαδρίτης»: «Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις που είχαν διακοπεί για δυο μέρες λόγω κακοκαιρίας σε όλο το μέτωπο, αναζωπυρώθηκαν απόψε. Τα βαρέα πυρά του πυροβολικού κάνουν τα κτήρια του Manzanares να τρέμουν από τις δύο τα ξημερώματα (…) Γι’ αυτόν τον λόγο, φοβούμενοι νέες αεροπορικές επιδρομές, οι βουλευτές της Βρετανικής Επιτροπής Ερεύνης αποφάσισαν να μην περιμένουν την άφιξη του κ.James και της αναφοράς του για να αντιδράσουν. Σήμερα το πρωί, ο κύριος Baldwin και ο κύριος Blum έστειλαν τηλεγραφήματα, με τα οποία παρακαλούν να σταλούν επειγόντως χίλια γαλλικά φορτηγά, για να προχωρήσει η εκκένωση πολιτών (…)».
Ο George Lowther Steer (1909-1944), ανταποκριτής της λονδρέζικης εφημερίδας "The Times", υπέγραψε το κείμενο «Η τραγωδία της Γκερνίκα / Ισοπεδώθηκε ιστορική βασκική πόλη» (δημοσιεύθηκε στις 28.04.1937): «Η Γκερνίκα, ο παλαιότερος οικισμός των Βάσκων και κέντρο της πολιτιστικής τους παράδοσης, ισοπεδώθηκε τελείως χθες το απόγευμα από αεροπορικές επιθέσεις των στασιαστών. Ο βομβαρδισμός αυτής της πόλης που βρίσκεται πίσω από τις γραμμές του μετώπου, κράτησε ακριβώς τρεις ώρες κι ένα τέταρτο, κατά τη διάρκεια των οποίων ένα ισχυρό σμήνος αεροπλάνων, αποτελούμενο από τρία γερμανικά μοντέλα, τα βομβαρδιστικά Junkers και Heinkel και τα καταδρομικάHeinkel, δεν έπαψαν να ρίχνουν βόμβες των χιλίων λιβρών (453,6 κιλά) στο χωριό και, επιπλέον, πάνω από 3.000 εμπρηστικά βλήματα αλουμινίου των δύο λιβρών (…)». Η αγγλική εφημερίδα δημοσίευσε την ανταπόκριση στις εσωτερικές της σελίδες, ενώ η "The New York Times" την πρόβαλε σε πρωτοσέλιδο. Ο Steer απογοητεύθηκε, βλέποντας ότι η εφημερίδα του δεν τον στήριζε και σταμάτησε να γράφει. Κατατάχτηκε στον αγγλικό στρατό και σκοτώθηκε στις 25.12.1944. Η ανταπόκριση του Steer γνωστοποίησε το έγκλημα εις βάρος της Gernika (26.04.1937) και προκάλεσε την οργή των (φυσικών αυτουργών) ναζί. Ο Steer κατέγραψε τις εμπειρίες του από τον βομβαρδισμό της Gernika στο βιβλίο του «The Tree of Guernika» (1938).
Ο lya Grigoryevich Ehrenburg (Илья́ Григо́рьевич Эренбу́рг, 1891-1967), ανταποκριτής της σοβιετικής εφημερίδας "Izvestia" ("Известия"), έγραψε στο κείμενό του «Άνοιξη στην Ισπανία» (δημοσιεύθηκε την 1η Μαΐου 1937): «(…) Οι μάχες φορτίζουν το περιβάλλον, δημιουργούν παράξενη ατμόσφαιρα. Δε θα πίστευα ποτέ ότι υπάρχουν τόσοι ήρωες στον κόσμο. Ζούσαν πλάι μου, πήγαιναν στη δουλειά τους, γελούσαν στους κινηματογράφους, υπέφεραν από έρωτα (…) Στην Ισπανία ο αέρας είναι φοβερά ήπιος, αλλά ετούτη η χώρα γνωρίζει τώρα ένα καινούριο κρύο: το κρύο του πολέμου, της επίθεσης, της πείνας, του θανάτου. Σ’ αυτήν τη ζεστή άνοιξη πάγωσε τελείως. Δεν υπάρχει πια θέση για τον άνθρωπο σ’ αυτήν τη χώρα. Κρύβεται σε σπηλιές ζώων για να χαρεί και να διατηρήσει λίγη ζεστασιά (…)».
Ο George Orwell (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Eric Arthur Blair, 1903-1950) βρέθηκε στην Ισπανία για να πολεμήσει στο πλευρό των Δημοκρατικών (έφτασε στη Βαρκελώνη προς το τέλος του 1936 και προσχώρησε στο P.O.U.M. -Εργατικό Κόμμα Μαρξιστικής Ενοποίησης). Έγραψε για το περιοδικό "New English Weekly" το 1937: «Πιθανόν ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος να παρήγαγε τη μεγαλύτερη σοδειά ψεμάτων, σε σύγκριση με οποιοδήποτε άλλο γεγονός μετά τον Μεγάλο Πόλεμο του 1914-1918, αλλά ειλικρινά αμφιβάλλω για το αν ήταν οι φιλοφασιστικές εφημερίδες αυτές που έκαναν τη μεγαλύτερη ζημιά. Οι αριστερές εφημερίδες "News Cronicle" και "Daily Worker" είναι αυτές που με τις πολύ πιο ύπουλες μεθόδους διαστρέβλωσης που χρησιμοποιούν εμπόδισαν το βρετανικό κοινό να καταλάβει την πραγματική ουσία του αγώνα. Το γεγονός που αυτές οι εφημερίδες απέκρυψαν τόσο προσεκτικά, είναι ότι η ισπανική κυβέρνηση (συμπεριλαμβανομένης της ημιαυτόνομης καταλανικής κυβέρνησης) φοβάται πολύ περισσότερο την επανάσταση απ’ ό,τι τους φασίστες. (…) Στο μεταξύ, ο πόλεμος εναντίον του Franco συνεχίζεται, αλλά, εκτός από εκείνους τους φτωχοδιάβολους στα χαρακώματα της πρώτης γραμμής, κανείς στην ισπανική κυβέρνηση δεν πιστεύει ότι αυτός είναι ο πραγματικός πόλεμος. Η πραγματική σύγκρουση είναι ανάμεσα στην επανάσταση και την αντεπανάσταση. Ανάμεσα στους εργαζόμενους που μάταια προσπαθούν να διατηρήσουν κάτι απ’ αυτά που κέρδισαν το 1936 και το μπλοκ των φιλελεύθερων και κομμουνιστών που τους τα παίρνει πίσω με μεγάλη επιτυχία. Είναι κρίμα που ακόμα τόσο λίγος κόσμος στην Αγγλία γνωρίζει ότι τώρα ο κομμουνισμός είναι αντεπαναστατική δύναμη, ότι οι κομμουνιστές έχουν συμμαχήσει απ’ όλες τις πλευρές με τον αστικό ρεφορμισμό και ότι χρησιμοποιούν ολόκληρο τον πανίσχυρο μηχανισμό τους για να συνθλίψουν ή να δυσφημήσουν οποιοδήποτε κόμμα επαναστατικών τάσεων (…)».
Η δημοσιογράφος και συγγραφέας Martha Gellhorn (1908-1998), ανταποκρίτρια του περιοδικού "Colliers Weekly", περιέγραψε την καθημερινή ζωή την εποχή του πολέμου. Έκτοτε, δεν απουσίασε από καμία σύρραξη του 20ού αιώνα. «(…) Οι όλμοι ηχούν διαφορετικά όταν πέφτουν τόσο κοντά. Σφυρίζουν προς το μέρος σου, λες και έρχονται για σένα, με μεγαλύτερη ταχύτητα απ’ αυτήν που μπορείς να φανταστείς, και στριφογυρίζοντας στον αέρα μουγκρίζουν: ένα μουγκρητό που αυξάνεται κι επιταχύνεται μέχρι που γίνεται σχεδόν κραυγή, και μετά χτυπάει και ακούγεται σαν κεραυνός από γρανίτη. Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, δεν μπορείς να ξεφύγεις αλλού. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να περιμένεις. Είναι όμως πολύ δύσκολο να περιμένεις μόνη σ’ ένα δωμάτιο που γεμίζει όλο και συχνότερα με σκόνη, όσο οι πλάκες του δρόμου θρυμματίζονται κι αιωρούνται στον αέρα (…)» (Από το κείμενο «Μουγκρίζουν μόνο οι όλμοι» που δημοσιεύθηκε στις 17.07.1937).
Ο βορειοαμερικανός συγγραφέας John Roderigo Dos Passos (1896-1970) έστειλε ανταποκρίσεις στο περιοδικό "Esquire". Σύντομα, όμως, εγκατέλειψε την πολιορκημένη Μαδρίτη δηλώνοντας «αηδιασμένος από μια σύγκρουση χωρίς νόημα».
Ο πολυκατάσκοπος Harold Kim Philby (1912-1988) έγραψε για την λονδρέζικη εφημερίδα "The Times", με σημαντικότερο κείμενο το «Η κατάκτηση του Santander» (δημοσιεύθηκε στις 26.08.1937). Πράκτορας της Μόσχας επί δύο δεκαετίες, εμφανίστηκε ως φιλοφρανκικός και κατάφερε να διεισδύσει στις αγγλικές μυστικές υπηρεσίες.
Ο Ιταλός ιστορικός, συγγραφέας και δημοσιογράφος
Indro Montanelli (1909-2001), έγραψε για την εφημερίδα "Il Messaggero": «Ήταν αναμενόμενο: μη μπορώντας πια να κινητοποιήσουν τα τάγματά τους, οι κόκκινοι κινητοποίησαν τον ασύρματό τους. Όλο το βράδυ μετέδιδαν με αξιοθαύμαστη ομοφωνία. Από ‘κει μάθαμε ότι οι πολιτοφύλακες στο μέτωπο του Santander δεν κατατροπώθηκαν, αλλά "προέβησαν σε στρατηγική υποχώρηση". Εντάξει, συμβιβαζόμαστε με την υποχώρηση. Αλλά τα μεγάφωνα μετέδωσαν ότι κατά τη διάρκεια αυτής της υποχώρησης, τα στρατηγικά τάγματα του santander ξέχασαν μεγάλο μέρος του οπλισμού τους: 19 μονάδες πυροβολικού, σοβιετικής (φυσικά) κατασκευής, 1.400 τουφέκια, 17 μυδράλια και άλλον ελαφρύ οπλισμό αυτού του είδους (…)» (από το κείμενο «Νέα προέλαση των λεγεώνων είκοσι χιλιόμετρα βόρεια της Reinosa» που δημοσιεύθηκε στις 19.08.1937).
Ο (ποιητής, μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας κι επιφυλλιδογράφος) Langston Hughes (1902-1967) έγραψε για την εφημερίδα "Baltimore Afro-American". Έμεινε μακριά από τα μέτωπα του πολέμου κι εστίασε την προσοχή του στους μαύρους που πολέμησαν για τη Δημοκρατία και στους μαροκινούς μισθοφόρους των φασιστών (χαρακτηριστικό είναι το κείμενό του με τίτλο «Ο Hughes εντοπίζει στην Ισπανία μαροκινούς που οι φασίστες χρησιμοποιούν ως πιόνια» και δημοσιεύθηκε στις 30.10.1937).
Η Virginia Cowles (1910-1983) έστειλε ανταποκρίσεις στην εφημερίδα "The New York Times": «Το τέλος του πολέμου θα είναι καλοδεχούμενο στην Ισπανία: ο λαός έχει κουραστεί απ’ τις συγκρούσεις. Πρόσφατα ταξίδεψα πολύ στη χώρα, και στην πλευρά του στρατηγού Franco και στην πλευρά των Δημοκρατικών, και παντού διέκρινα μια αυξανόμενη επιθυμία για τον ερχομό της ειρήνης. Για τους άντρες και τις γυναίκες, οι οικογένειες των οποίων σκορπίστηκαν ή σκοτώθηκαν και τα σπίτια τους ερειπώθηκαν, η ειρήνη –ανεξάρτητα από το τίμημα- είναι η μοναδική πραγματική νίκη (…)» (Από το κείμενο «Η ζωή στην Ισπανία συνεχίζεται ανάμεσα στη θλίψη και στην ερήμωση», που δημοσιεύθηκε στις 10.04.1938).
Η Barbro Alving (1909-1987), παρούσα στην πόλη Albacete κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης και της προετοιμασίας των μελών των Διεθνών Ταξιαρχιών, έγραψε: «(...) Γάλλοι και Ισπανοί, όλοι μιλάνε για τη Διεθνή Ταξιαρχία. Αν η Ταξιαρχία δεν είχε φτάσει, ο πόλεμος θα είχε ήδη χαθεί, λέει με κάθε ειλικρίνεια ο νεαρός από το Μεξικό. Εγώ θέλω να δω αυτούς που προσπαθούν ν’ αποτρέψουν την ήττα και δε χρειάζεται να ψάξω πολύ για να βρω τους εθελοντές (...) Βρίσκω έναν Γαλλο-αμερικανό, πρώην αστυνομικό, που περιμένει είκοσι δύο ημέρες για να πάει στη Μαδρίτη, δεν έχει όπλα, ούτε έχει καθοριστεί ο προορισμός του σε κάποια στρατιωτική μονάδα κι έχει θυμώσει με την ανοργανωσιά. Ένας άλλος, ένας ξανθός άντρας με τεράστια μουστάκια, όλος γράσο μέχρι και την κορυφή του σκούφου του, ταξίδεψε από το ακμάζον συνεργείο του στο Manchester, για να πολεμήσει δίπλα στην ισπανική κυβέρνηση (...) Λίγες ώρες αργότερα, τους βλέπω να περνούν, εκατοντάδες άνθρωποι που πηγαίνουν να θάψουν τον πρώτο νεκρό τους σύντροφο, τον οποίο κουβαλούν σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου. Είναι μια ατέλειωτη νεκρική πομπή, χρώματος χακί-καφέ, με τα τσιγάρα να κρέμονται στις άκρες των χειλιών, βήμα αργό, η πορεία έχει ρυθμό περιπάτου, όχι στρατιωτικής παρέλασης, φαίνεται από μακριά ότι δεν είναι Ισπανοί αναγκασμένοι να κάνουν έναν πόλεμο, ότι είναι άνθρωποι που θέλουν ν’ αγωνιστούν. Δεν έχουν την όψη των ωραίων ψυχών, έχουν πρόσωπα αγώνα, μέσα σε κάθε άντρα υπάρχει ένας σκοπός, μια δυναμική θέληση (...) Μας είπαν ότι η άφιξη των Ταξιαρχιών ανέτρεψε την κατάσταση στο μέτωπο. Γι’ αυτό δεν μπορώ να πω τίποτα, αλλά μπορώ να προσθέσω ένα πράγμα: θα νικήσουμε!» (απόσπασμα από το κείμενο με τίτλο «Θα νικήσουμε» που δημοσιεύθηκε στη σουηδική εφημερίδα "Dagens Nyheter" στις 9.12.1936).
Ο William P. Carney (1898-1971), έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τους φασίστες και τους υπηρέτησε πιστά μέσα από τις ανταποκρίσεις του. Στα τέλη Ιανουαρίου 1939, μπήκε με τους φρανκικούς στη Βαρκελώνη και το αυτοκίνητό του ήταν το πρώτο που διάβηκε τους δρόμους της πόλης. «Οι δικαστικές αρχές του Αρχιστράτηγου Francisco Franco βρίσκονται ενώπιον ενός γιγαντιαίου έργου για την έρευνα των κατηγοριών εναντίον εξτρεμιστών, περί βαρβαροτήτων και γενικής τρομοκρατίας, οι οποίοι έχουν συλληφθεί ή αναγνωριστεί, πέραν των κοινών εγκληματιών που επιβεβαιωμένα έδρασαν κατά τη διάρκεια του δημοκρατικού καθεστώτος (...) Κατά τα φαινόμενα, τα μοναστήρια ήταν τα μέρη που προτιμούσαν οι μαρξιστικές και αναρχικές οργανώσεις και η στρατιωτική μυστική υπηρεσία των δημοκρατικών, η τρομερή SIM, για να εγκαταστήσουν τα "μπουντρούμια τους και τις αίθουσες βασανιστηρίων" που προορίζονταν για τους δεξιούς. Σύμφωνα με τους εθνικιστές (στασιαστές) διατεταγμένους δικαστές, οκτακόσιοι περίπου πολιτικοί κρατούμενοι, που θεωρούνται οι πιο επικίνδυνοι, μεταφέρθηκαν από τους δημοκρατικούς κατά την υποχώρησή τους προς τη Girona, όταν εκκένωσαν αυτήν την πόλη την περασμένη Τετάρτη (...)» (απόσπασμα από το κείμενο με τίτλο «Αξιωματούχοι του Franco μιλούν για βασανιστήρια», που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "The New York Times" στις 31.01.1939).
Ο συγγραφέας Ernest Hemingway (1899-1961) εργάστηκε για την Ν.Α.Ν.Α. (North American News Alliance) – ένωση 60 και πλέον εφημερίδων των Η.Π.Α. Προς το τέλος του 1937, οι Δημοκρατικοί ξεκίνησαν τη μάχη του Teruel, μία από τις πλέον αιματηρές του πολέμου, προσπαθώντας να κερδίσουν την υπεροχή. Ο Hemingway γνωστοποίησε τις στρατιωτικές επιτυχίες των Δημοκρατικών – οι οποίες αποδείχθηκαν βραχύβια αναλαμπή πριν την ανακατάληψη της πόλης από τους φασίστες. «(…) Με θερμοκρασίες πολύ χαμηλές, έναν αέρα που έκανε τον βίο αβίωτο και σποραδικές χιονοθύελλες, ο στρατός του Levante κι ένα μέρος του νέου στρατού ελιγμών, χωρίς τη βοήθεια ή την παρουσία κάποιας Διεθνούς Ταξιαρχίας, είχε εξαπολύσει μια επίθεση που υποχρέωνε τον εχθρό να πολεμήσει στο Teruel, όταν ήταν γνωστό ότι ο Franco είχε προγραμματίσει επιθέσεις εναντίον της Guadalajara και άλλων στόχων στην Αραγονία. Χθες το βράδυ, όταν φύγαμε από το μέτωπο του Teruel για να ταξιδέψουμε οδικώς όλη τη νύχτα προς τη Μαδρίτη και να στείλουμε αυτό το άρθρο, ανακοινώθηκε η παρουσία 1.000 Ιταλών στρατιωτών, οι οποίοι οδηγήθηκαν από το μέτωπο της Guadalajara στα βόρεια του Teruel, όπου τα αεροπλάνα των Δημοκρατικών σφυροκόπησαν με το πυροβολικό και βομβάρδισαν στρατεύματα, αμαξοστοιχίες και άλλα μεταφορικά μέσα. Οι αρχές υπολογίζουν ότι συγκέντρωναν περί τις 30.000 φασίστες στρατιώτες στο δρόμο από το Catalayud προς το Teruel για αντεπίθεση. Έτσι, παρά την κακοκαιρία, το Teruel κατελήφθη, η επίθεση πέτυχε τον στόχο της να υποχρεώσει τον Franco να δράσει βιαστικά και να χαλάσει το σχέδιό του για ταυτόχρονες επιθέσεις εναντίον της Guadalajara και της Αραγονίας» (απόσπασμα από το κείμενο «Ο Hemingway μεταδίδει από την Ισπανία» που δημοσιεύθηκε στις 21.12.1937 στην εφημερίδα "The New Republic".
Ο Νοτιοαφρικανός O’ Dowd Gallagher (1911-;), ο μόνος που (σύμφωνα με τα λεγόμενά του) κάλυψε την είσοδο των φασιστών στη Μαδρίτη, έγραψε: «Ο λαός της Μαδρίτης ζει απόψε μια αγωνιώδη αναμονή. Κυκλοφόρησαν φήμες ότι είχαν ξεκινήσει ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ του Συμβουλίου Εθνικής Άμυνας της Μαδρίτης και του Franco, ότι μετά διεκόπησαν και αργότερα συνεχίστηκαν. Αλλά κάποιος παρέμενε απαθής: ο στρατηγός José Miaja, επί δύο χρόνια υπερασπιστής της Μαδρίτης, τον οποίον πολλοί μαδριλένιοι αποκαλούν χαϊδευτικά Γερο-πατέρα (...) Είναι δύσκολο να περιγράψεις στο χαρτί την αγωνία του κόσμου. Είναι όπως αυτές οι τρομερές στιγμές την ημέρα των βραβείων στο σχολείο, που περιμένεις ν’ ακουστεί τ’ όνομά σου για ν’ ανέβεις στη σκηνή μπροστά σε όλον τον κόσμο να πάρεις κάποιο βραβείο ή κάτι άλλο, ή, για άλλους, όπως η στιγμή που διαβάζουν δυνατά το όνομά σου στο ένταλμα, για να πας στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Εξαρτάται απ’ το αν είσαι μαθητής ή εγκληματίας» (απόσπασμα από το κείμενο που δημοσιεύθηκε στην "Daily Express" στις 29.03.1939 με τίτλο «Ο Miaja αστειεύεται καθώς η Μαδρίτη αντιστέκεται»).
Μαδρίτη, 7 Απριλίου 1939
Ο Herbert Matthews (1900-1977) έγραψε: «Στην ισπανική γη, διεξάγονται σήμερα πόλεμοι μέσα στον πόλεμο. Υπάρχει ένας ισπανικός εμφύλιος πόλεμος. Σε μικρότερη κλίμακα, υπάρχουν γερμανικοί και ιταλικοί εμφύλιοι πόλεμοι. Υπάρχει κάτι σαν ευρωπαϊκός πόλεμος της Γερμανίας και της Ιταλίας εναντίον της Ρωσίας. Υπάρχει ένας ταξικός πόλεμος, από τους πιο περίπλοκους, που έχει οδηγήσει το προλεταριάτο εναντίον των υψηλότερων τάξεων και τους αριστερούς και μετριοπαθείς όλων των τάξεων, εναντίον του φασισμού. Γι’ αυτόν τον λόγο, πολλοί ονομάζουν αυτόν τον πόλεμο, πόλεμο ιδεολογιών (...) Ήταν αναπόφευκτο, νέοι, μεγαλύτερης ηλικίας άνδρες με ειλικρινείς πεποιθήσεις, μισθοφόροι και, σε μικρότερο βαθμό, τυχοδιώκτες, να εμπλακούν σ’ αυτήν τη θύελλα και να βρεθούν στην Ισπανία, να διοικούν στρατεύματα ή να πυροβολούν με τουφέκια ή μυδράλια, από τις γραμμές της όποιας πλευράς θεωρούσαν ότι έπρεπε να επανδρώσουν (...) η πλειονότητα αυτών των ανδρών ήρθε στην Ισπανία για να πολεμήσει στο πλευρό της ισπανικής κυβέρνησης, εναντίον των στασιαστών (...) Εδώ ξεκίνησε κάτι που θα προκαλέσει ένα βαθύ σημάδι στις επερχόμενες γενιές στον κόσμο. Δε θα μπορούσε να κάνει κανείς μεγαλύτερο λάθος από το να θεωρήσει αυτόν τον πόλεμο καθαρά τοπική σύγκρουση (...)» (από το κείμενο με τίτλο «Οι αυτόνομοι μαχητές της Μαδρίτης πολεμούν πολέμους μέσα στον πόλεμο» που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "The New York Times" στις 03.01.1937).

1 σχόλια:

Ο χρήστης Blogger ange-ta είπε...

πολύ ενδιαφέρον κείμενο.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 18, 2008 9:17:00 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα