Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2009

ΧΕΙΜΕΡΙΝΑ ΑΝΑΚΤΟΡΑ

"Τόσο ίδιο, τόσο διαφορετικό", ξυλογραφία της Χριστίνας Αγγέλου «(…) υπαλληλίσκοι φοβητσιάρηδες, δούλοι παχιοί, τους έχω βαρεθεί
«Με Μ.Α.Τ. και Μ.Ε.Α. για μια Ελλάδα Κορκο-νέα !!!», για να παραφράσουμε το σύνθημα που επικρατούσε επί κυριαρχίας "αείμνηστου" (κι επειδή στην ένδοξη Ψωροκώσταινα οι "αείμνηστοι" περισσεύουν, εν προκειμένω γίνεται λόγος για τον "αείμνηστο" με το ζιβάγκο). Μετά την απαράμιλλη χοντράδα που εκστόμισε (μεταξύ άλλων) η Αλέκα («Η πραγματική λαϊκή εξέγερση δεν πρόκειται να σπάσει ένα τζάμι» - όλο το εμπνευσμένο κείμενο στον "Ριζοσπάστη", 23.12.2008), το "κώμα του λαού" αναλαμβάνει και την υπεράσπιση του συνόλου των μεροκαματιάρηδων ένστολων ροπαλοφόρων, κρανοφόρων και χημικοψεκαστών πραιτόρων (δίκαιος καταμερισμός εργασίας: η Γ.Α.Δ.Α. επωμίζεται το επιχειρησιακό σκέλος και οι "πατερούληδες" το επικοινωνιακό). Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2008, "Ριζοσπάστης", ένθετο "7 μέρες μαζί": κάποιος Α.Σ.Α. (τύφλα να’ χει ο Κούγιας!) υπογράφει («για την αντιγραφή», δηλώνει) το "διήγημα" με τίτλο «Το λάθος τηλεφώνημα ενός φονιά», απ’ όπου και η σταχυολόγηση: «(...) Λοιπόν, εγώ, είν' αλήθεια πως υπηρετώ κοντά δέκα χρόνια εκεί, που λέει η έτσι. Το προσπάθησα τρεις φορές μετά τα τρία πρώτα χρόνια να την κάνω με μετάθεση, έπιασα διάφορους, παρακάλεσα αλλά τίποτα! Δεν είχα βλέπεις βύσμα, άσε που είχα και τη φωλιά μου λερωμένη από την αρχή. Ύστερα τα παράτησα και κάπου μάλλον βολεύτηκα, έμαθα τη "δουλειά", έμαθα να λουφάρω και κοίταξα να στήσω κι εγώ μια οικογένεια που μέχρι τότε είχα στερηθεί. Αλλά ησυχία δεν είχαμε ποτέ. Πότε ο ένας πότε ο άλλος είμαστε οι μόνιμοι στόχοι. Οι πολιτικοί και οι διάφοροι κομπιναδόροι κάνουν τις αρπαχτές τους κι εμείς γινόμαστε σάκοι του μποξ - "γι' αυτό πληρώνεστε ρεμάλια!" φωνάζει συχνά ο διοικητής, ενώ οι υψηλά ιστάμενοι είναι πιο ευγενείς αλλά και πιο σκληροί. "Κυρίους" μας προσφωνούν αλλά στάζουνε φαρμάκι και μας στέλνουν στο στόμα του λύκου. Ξέρεις πόσες φορές πήγαν να με κάψουν σαν λαμπάδα αυτά τα κωλόπαιδα, οι φονιάδες οι κουκούλες; Ξέρεις με τι τέχνη φτιάχνουν και πετάνε τις μολότοφ; Πάνω στη μαρκίζα τις αμολάνε κάτω από κει που καθόμαστε να προστατευτούμε, κι έρχεται η φωτιά και σε λούζει... τρεις φορές με έχουνε κάψει και τη γλίτωσα με μέτρια εγκαύματα σε όλο το σώμα. Ξέρεις εσύ που με δείχνεις με το δάχτυλο, ξέρεις πόσες φορές γύρισα στο σπίτι με τα αίματα και το δέρμα μου καμένο και με ρωτούσαν τα παιδιά μου τι έπαθα και κρυβόμουνα για να μη με δουν καμένο και κλαίγανε; Ένα κομμάτι ψωμί έβγαζα κι εγώ, το παιδί της παραδουλεύτρας από το χωριό, με τον πατέρα χαμένο στο πιοτό, να γυρίζει στο σπίτι και να τσακίζει στα χαστούκια κι εμένα και τη μάνα μου γιατί δεν του άρεσε πότε το ένα πότε το άλλο...Ξέρεις πώς είναι να έχεις το σιδερικό στη θήκη και να σε βλαστημάνε και να σου πετάνε μπουκάλια που μπορεί να είναι και μολότοφ; Όχι φίλε, δεν ξέρεις, και να μην αξιωθείς να μάθεις, στο λέω εγώ, ο γιος της πλύστρας (...) Τον σημάδεψα και πρώτη φορά το χέρι μου δεν έτρεμε. Γιατί πρώτη φορά δεν είχα πιει πριν βγω περιπολία - στο λέω κι αυτό και να μείνει μεταξύ μας: αν κρατήθηκα τόσα χρόνια και δε σκότωσα, είναι που έπινα μισό μπουκάλι ουίσκι πριν βγούμε περίπολο και έτσι ό,τι κι αν άκουγα για τη μάνα μου και το αντριλίκι μου το πέρναγα ντούκου - έχω ακούσει πως άμα μεθύσεις βγαίνει ο πραγματικός εαυτός σου κι εγώ είμαι καλό παιδί στο βάθος και όλοι στην υπηρεσία το ξέρουν και μ' αγαπάνε, αλλά και με εκμεταλλεύονται. Και δε θα σου πω τι καλοσύνες έχω κάνει εγώ στη ζωή μου, γιατί θα με περάσεις ή για παινεψιάρη ή για μαλάκα. Μέσα στο πιοτό κατάλαβα σιγά σιγά και τον πατέρα μου, που δεν ήταν κακός άνθρωπος έστω κι αν μεθώντας έβγαινε η κακή του πλευρά. Να σου πω κάτι; Αποτυχημένος σε όλα ήτανε, γι' αυτό έπινε. Όπως κι εγώ δηλαδή: Τι πέτυχα στη ζωή μου; Τίποτα! Ένας μπάτσος έγινα κι αυτό από σπόντα, όπως σου είπα, και μάλιστα χωρίς καν μόνιμη σύμβαση. Και να 'ρχονται αυτά τα κωλόπαιδα, που δεν έχουν δουλέψει στη ζωή τους, που δεν ξέρουν τι θα πει βάρδια και ξενύχτι, τι πάει να πει μεροκάματο και τι σφαλιάρα κάθε είδους από το αφεντικό και να σου ρίχνονται μετά από δώδεκα ώρες ορθοστασία στις γωνίες ή στις εισόδους τραπεζών, να 'ρχονται και να σε βρίζουν και να σου πετάνε ό,τι βρουν στο δρόμο. Και να σου πω κάτι άλλο; Πόσοι από αυτά τα κωλόπαιδα είναι εργαζόμενοι των 700 ευρώ που λένε και ξαναλένε; Να σου πω εγώ; Κανένας! 'Η κάτι πρεζόνια είναι ή κάτι τύποι από τα βόρια προάστια που βαριούνται στη σιγουριά του σπιτιού ή τα πραχτοράκια, οι πεμπτοφαλαγγίτες που λέγαμε πριν. Ποιος μεροκαματιάρης προλαβαίνει να βγει στους δρόμους, πόσοι από τους αναγκεμένους έχουν τέτοιες πολυτέλειες; (...) είχε φτάσει ένας κόμπος και μ' είχε πνίξει, αν δεν τράβαγα το πιστόλι εκείνη τη στιγμή θα είχα πεθάνει από ασφυξία. Όλο τον τελευταίο καιρό με είχε μαγκώσει ένα μούδιασμα - ξέρεις τι σημαίνει μούδιασμα; - ένα μούδιασμα που ξεκίνησε από τα πόδια και σκαρφάλωνε σιγά σιγά στο λαιμό. Δε θα το πιστέψεις φίλε, όμως με το που έφυγε η σφαίρα, μου φάνηκε πως πήρε μαζί της κι αυτόν τον βραχνά, έστω κι αν αυτό κράτησε όσο και η διαδρομή του βλήματος που άφησα να φύγει μέσα στο πάθιασμά μου. Ξέρω καλά πως θα με κυνηγάει πάντα αυτή η στιγμή αλλά πίσω δεν μπορώ να τη φέρω ούτε τη σφαίρα ούτε τη ζωούλα του πιτσιρικά. Όλοι εσείς που σήμερα φωνάζετε και χτυπιέστε τάχα, θα το προσπεράσετε γρήγορα, θα το ξεχάσετε μέχρι τις επόμενες δυο - τρεις μέρες, όπως ξεχάστηκαν τόσα και τόσα φριχτά εγκλήματα, δικά μας ή των άλλων, των επωνύμων που δεν τους αγγίζει ούτε νόμος ούτε συνείδηση. Έτσι κυλάει η ζωή, με όλες τις καθημερινές σκοτούρες, γιατί έτσι πρέπει, οι ζωντανοί με τους ζωντανούς και οι νεκροί με τους νεκρούς. Έχω τρία παιδιά να μεγαλώσω κι εγώ. Ναι, σαν εκείνο που σκότωσα, θα μου πεις, το ξέρω και τα δικά μου έχουν μόνο εμένα και τη μάνα τους, δεν έχουν σπίτι ιδιόκτητο, δεν έχουν τρία αυτοκίνητα, δεν έχουνε νταντάδες και καθηγητές στο σπίτι. Δε θα έχουν καλά καλά να φάνε άμα εγώ μπω φυλακή. (...) Εμένα η μόνη μου ελπίδα τώρα είναι οι εγγυήσεις που μας έχουν δώσει από τότε που μπήκαμε στο Σώμα, πως ό,τι κι αν κάνουμε θα το κουκουλώσουν, αρκεί να πειθαρχούμε στις διαταγές των ανωτέρων. Και μου το 'χουν υποσχεθεί πως κι εγώ θα πέσω στα μαλακά. Τόσα χρόνια κάνω τον μαλάκα, μου το χρωστάνε. Κυρίως φοβούνται, μην ανοίξω εγώ και άλλοι πολλοί το στόμα μας. Γι' αυτό θα μου το κλείσουν απαλά και κομψά. Κρατώντας, μέχρι να περάσει η μπόρα μου, το στόμα των παιδιών μου γεμάτο. Που με τη σειρά τους, μεγαλώνοντας, θα βαδίσουν στα χνάρια μου, τη λαμπρή «σταδιοδρομία» μου. Γιατί άλλη επιλογή δεν έχουν. Όπως κι εσύ και τόσοι άλλοι που νομίζουν πως ποτέ δε θα τους αγγίξει η κακιά η ώρα. Όλοι στο ίδιο καζάνι κλωθογυρνάμε βλαστημώντας την τύχη μας που δεν μπορούμε ν' αλλάξουμε (...)». Κείμενο μεστό, στιβαρό και δακρύβρεχτο· ένα βαθιά φιλοσοφημένο πόνημα, μια έξοχη σπουδή επάνω στην αβυσσαλέα ανθρώπινη ψυχοσύνθεση... Σνιφ-σνιφ!!!
Όπως πάντα, μετά από κάθε ένοπλο χτύπημα εναντίον καθεστωτικών στόχων, εμφανίζονται διάφοροι πρόθυμοι (με το αζημίωτο;) απολογητές και υπερασπιστές της νομιμότητας. Ορισμένοι έχουν καταξιωθεί ως αξιόλογοι και γλαφυροί γραφιάδες (στο προηγούμενο κείμενο έγινε λόγος για τον Στάθη Σταυρόπουλο) και χαίρουν εκτίμησης από πολλούς πιστούς αναγνώστες. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι δε γράφουν και ανυπόστατες μπούρδες. Μια τέτοια περίπτωση είναι και ο Γιώργος Παπαδόπουλος-Τετράδης, ο οποίος στη στήλη του στην "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία" (11.01.2009) γράφει (μεταξύ άλλων): «Υπάρχει ένα ζήτημα που ταλανίζει την Αριστερά από την εμφάνισή της ήδη στην πολιτική σκηνή, αλλά που ταλανίζει και τον κόσμο, στο όνομα του οποίου δρα ή υποτίθεται ότι δρα η Αριστερά, δεδομένου ότι ο καθένας για τον εαυτό του δρα και ανάλογα με τον στόχο του κρίνεται το κίνητρό του και η ιδεολογία του. Η ένοπλη πάλη και κατ' επέκταση ο σκοτωμός, η αφαίρεση ζωής, σαν επαναστατική πράξη και έκφραση είναι ένα παλιό ερώτημα, που εξαρτάται από έναν σωρό παράγοντες. Οι Διεθνείς Ταξιαρχίες στον ισπανικό εμφύλιο, ή ο ΕΛΑΣ στον ελληνικό εμφύλιο, ή η Κομμούνα του Παρισιού, ή οι εξεγερμένοι του 1917 στην Πετρούπολη και τη Μόσχα, οι αντάρτες του Κάστρο στην Κούβα και η στρατιά του Μάο στη Μεγάλη Πορεία, οι εργάτες του Σικάγου και οι αντάρτες της Κολομβίας, του Περού, της Ουρουγουάης, οι Ζαπατίστας, οι Σαντινίστας, οι Βάσκοι της ΕΤΑ και οι Ιρλανδοί του IRA, όλοι με το όπλο στο χέρι, αφαιρώντας ζωές, δρουν σε συνθήκες πολέμου ενάντια σ' έναν ξένο ζυγό ή σε έναν ντόπιο ζυγό. Και αυτόν έχουν στόχο. Οι σφαίρες των Καλάσνικοφ, που αποδίδονται από την αστυνομία στον "Επαναστατικό Αγώνα", κατά της κλούβας των ΜΑΤ και κατά της ζωής του 21χρονου Διαμαντή Μαντζούνη, δεν συγγενεύουν με τους παραπάνω αγώνες. Αν δεν είναι χτυπήματα σκοτεινών υπηρεσιών, μοιάζουν απόλυτα με τις επιθέσεις μεμονωμένων αναρχικών ομάδων του τέλους του 1800 και των αρχών του 1900, εναντίον αδύναμων κρίκων του καταπιεστικού συστήματος των αφεντικών και της βιομηχανίας. Εύκολων τυφλών χτυπημάτων. Μπορεί στο πλαίσιο μιας επαναστατικής κριτικής αυτά τα χτυπήματα να χαρακτηριστούν στο μέλλον αγωνιστικά. Αυτό θα ήταν ζοφερό για το μέλλον, δεδομένου ότι η δολοφονία νεαρών αδύναμων κρίκων και μηδαμινής σημασίας στο κύκλωμα εξουσία -κεφάλαιο- καθεστώς είναι όχι μόνο χωρίς καμία απολύτως βαρύτητα στο χτύπημα των δομών εξουσίας, αλλά επιπροσθέτως δίνει άλλοθι σ' αυτές τις δομές να ισχυροποιούν τις θέσεις τους και να διαιωνίζουν την εξουσία τους, με ακόμα σφοδρότερα μέσα. (...) οι μισθοσυντήρητοι αστυνομικοί είναι θύματα του συστήματος τόσο όσο είναι θύματα οι εργάτες και οι μισθωτοί σε μια οποιαδήποτε επιχείρηση. Όλοι είναι παιδιά του ίδιου λαού, που κάτω από τις ίδιες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες προσπαθεί να επιζήσει την κάθε μέρα. (...)».
Τα ίδια και τα ίδια... Άντε να συμφωνήσουμε στο ότι και αυτοί είναι "θύματα του συστήματος", αλλά να προσθέσουμε πως κανένα κοινωνικοπολιτικοοικονομικό σύστημα δεν είναι αυθύπαρκτο, αυτοτελές και αυτεξούσιο. Οι άνθρωποι δημιουργούν τα συγκεκριμένα συστήματα, τα συντηρούν, τα διαμορφώνουν τα χρησιμοποιούν. Και οι λογής αρματωμένοι ένστολοι υπηρετούν (με το αζημίωτο, βέβαια) τα συστήματα που οι λίγοι επιβάλλουν στους πολλούς. Το ότι είναι θύματα και οι ίδιοι (λόγω βλακείας ή ατολμίας, αδιάφορο) δεν τους απαλλάσσει από καμία ευθύνη. Επίσης, ας μη λησμονούμε (και είναι θεμελιώδες) ότι κανένα καθεστώς (περισσότερο ή λιγότερο καταπιεστικό) δεν μπορεί να επιβιώσει αν δε συντρέχουν δύο βασικές προϋποθέσεις: η συνενοχή (των όποιων ενεργούμενων καταστολής) και η ανοχή της "σιωπηλής πλειοψηφίας" των "νοικοκυραίων" (απέναντι στην επιβολή των ενεργούμενων). Καμιά δικτατορία δε θα άντεχε χρόνια ή δεκαετίες αν δε συνέτρεχαν οι δύο αυτές προϋποθέσεις. Οι Η.Π.Α. δε θα μπορούσαν να μακελέψουν τον κόσμο αν δε διέθεταν πρόθυμους "επιστήμονες" (που επινοούν και κατασκευάζουν διάφορα "έξυπνα" φονικά όπλα) και απεγνωσμένους π(ρ)εζοναύτες (που "κερδίζουν το ψωμί τους" δολοφονώντας στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα). Τα παραδείγματα είναι ανεξάντλητα, μπορούμε όμως να το εκφράσουμε συνοπτικά: για να λειτουργήσει αποτελεσματικά ένας μηχανισμός, πρέπει να συμβάλλουν όλα τα επιμέρους (δηλαδή, όλα τα γρανάζια του). Έτσι, μπορεί οι ένστολοι "πραίτορες" να είναι "ο τελευταίος τροχός της αμάξης" (άλλωστε, δεν τους έχουν σε υπόληψη ούτε οι ίδιοι οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι), είναι όμως ένα άκρως απαραίτητο εξάρτημα (ίσως, το πλέον αναγκαίο) για να λειτουργήσει αποτελεσματικά (δηλαδή, προς το συμφέρον της άρχουσας τάξης) ολόκληρος ο τερατώδης κρατικός μηχανισμός. Όσο για το ότι είναι "εύκολος στόχος", αυτό θα μπορούσε να το ισχυριστεί μόνο κάποιος που δεν τόλμησε ποτέ να αντιταχθεί (ούτε καν με τη σκέψη) στην κυρίαρχη βαρβαρότητα. Η οποιαδήποτε αντίθεση προς τη νομιμότητα συνεπάγεται αυτομάτως την άμεση διακινδύνευση των πάντων για τον παρανομούντα (μιλάμε, βέβαια, για "κοινούς θνητούς" και όχι για όσους έχουν "γερές πλάτες" και προστατεύονται από ψηλά ή κατοικούν στα ψηλά και ανέγγιχτα). Πόσω μάλλον, όταν πρόκειται για επίθεση σε οπλισμένους που έχουν το ελεύθερο να βάλλουν κατά το δοκούν σε οποιονδήποτε στόχο. Οι Μ.Α.Τ.άδες, πάντως, δεν έδειξαν να πτοούνται (όπως φάνηκε από τη συμπεριφορά τους στο συλλαλητήριο της προηγούμενης Παρασκευής και την πλήρη κάλυψη που απήλαυσαν από τον Μ.Α.Τ.ογιαννάκη), αλλά δεν πειράζει – τα "σεμινάρια" δεν τελείωσαν… Παρεμπιπτόντως, ακόμη και όταν οι ένοπλες οργανώσεις στόχευσαν "ψηλά", οι επαγγελματίες κονδυλοφόροι έβρισκαν τρόπο να εκφράσουν την απαξίωσή τους και να μιλήσουν για "τρομοκρατία". Υπάρχει και μία ακόμη "καραμέλα" που δε λέει να λιώσει: γίνεται λόγος για αυτόκλητους τιμωρούς κουμπουροφόρους, που δικάζουν αυθαίρετα και στο όνομα του λαού, επιχειρώντας να παίξουν τον ρόλο της φωτισμένης πρωτοπορίας. Αλάργα, παλικάρια, τίποτα παρόμοιο δε συμβαίνει· και οι πέτρες γνωρίζουν ότι ο "κυρίαρχος λαός" (όπα, νάτος πάλι ο "αείμνηστος" με το ζιβάγκο!) δεν κάνει κέφι ανατροπές και κοινωνικοπολιτικά δράματα, γι’ αυτό και κανείς δε διεκδικεί τον ρόλο του μπροστάρη και του οσιομάρτυρα. Απλώς, κάποιοι επιχειρούν να διασώσουν την προσωπική τους αξιοπρέπεια, καταδεικνύοντας (με τις πράξεις τους) την ηθική γύμνια των υπολοίπων "φιλήσυχων" και "νομοταγών". Πάντως, τον υπέρτατο εξευτελισμό των ένστολων κρανοφόρων τον επέτυχαν εκείνοι οι οποίοι τους ανέθεσαν τη φύλαξη του χριστουγεννιάτικου δέντρου στην πλατεία Συντάγματος – εξ ου και το σύνθημα που ακούστηκε στα συλλαλητήρια: «Αφήσατε τα δάση να καίγονται για πλάκα, και τώρα φυλάτε το δέντρο του μαλάκα» (σεβαστείτε τον δήμαρχο Νικήτα, ρε αλητήριοι!).
Τα ξημερώματα της Παρασκευής 19 Δεκεμβρίου 2008, στην Πάτρα, κάποιοι πυρπόλησαν το αυτοκίνητο του Μελίστα. Αμέσως, ξεπροβάλει ο βουλευτής Αχαΐας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Νίκος Τσούκαλης, καλώντας τους πάντες να δείξουν αυτοσυγκράτηση: «Αυτό το οποίο εύχομαι, είναι το συμβάν αυτό να είναι σύμπτωση. Αλίμονο αν 23 χρόνια, μετά το τραγικό συμβάν της δολοφονίας Καλτεζά, φτάνουμε σε επίπεδα αυτοδικίας. Θεωρώ ότι η Ελληνική Κοινωνία και οι Έλληνες πολίτες, είναι αρκετά ώριμοι ούτως ώστε να αποδέχονται τις εξελίξεις έτσι ακριβώς, όπως τις διαμορφώνει η Δικαιοσύνη». Καταλάβατε, ρε κουπούκια; Η ατιμωρησία των "πραιτόρων" πρέπει να γίνεται αποδεκτή, χωρίς πολλές κουβέντες και αντιρρήσεις. Άλλωστε, δεν υπάρχει αστυνομική βία – το βεβαιώνει και ο εισαγγελέας Στυλιανός Καραμάνης (αυτός ξέρει!). Τι λέει ο αξιότιμος δικαστικός "λειτουργός"; «Εγώ είμαι 40 ετών και δεν γνώρισα αυτό που λένε αστυνομική βία. Εδώ και 33 χρόνια υπάρχει κράτος δικαίου κι εμείς οι εισαγγελείς έχουμε κάνει στους αστυνομικούς το βίο αβίωτο (…) Γιατί είναι μονίμως πηγή του κακού οι αστυνομικοί και οι πολίτες είναι υπεράνω υποψίας;». Αυτά (και άλλα) δήλωσε τον Νοέμβριο του 2007, κατά τη διάρκεια δίκης συλληφθέντων στο πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο της 1ης Μαρτίου 2007. Φυσικά, οι δύο κατηγορούμενοι φοιτητές καταδικάστηκαν βάσει των καταθέσεων των αστυνομικών – και μόνον. Όπως φαίνεται, ο Καραμάνης (και πολλοί ακόμη δικαστικοί) "αγνοούν" την ύπαρξη τραμπούκων φασιστόμπατσων, όπως ο περιβόητος Ιωάννης Ανδράσκελας (ο οποίος καταδικάστηκε τόσο πρωτόδικα, όσο και στο Εφετείο), γνωστός συνοδοιπόρος των χρυσαυγιτών – και, φυσικά, όχι ο μοναδικός.
Τέλος, φωνή βοώντος εν τη ερήμω, η "Κόντρα" (φύλλο 538, 10.01.2009) δίνει μια άλλη διάσταση του θέματος (σε αντίθεση με τα "σοβαρά" Μ.Μ.Ε.) μέσα από το κείμενο με τίτλο «Όταν σπάει το μονοπώλιο της κρατικής βίας», απ’ όπου και τα ακόλουθα αποσπάσματα: «Όταν ένας μπάτσος σημαδεύει, πυροβολεί και σκοτώνει εν ψυχρώ ένα 15χρονο μαθητή, έχουμε ένα "ατυχές γεγονός", μια "τραγική στιγμή", μια "απαράδεκτη πράξη". Όταν μια οργάνωση ένοπλης επαναστατικής βίας πυροβολεί και τραυματίζει έναν άνδρα των ΜΑΤ, δηλαδή του αστυνομικού σώματος που είναι υπεύθυνο για το μακέλεμα χιλιάδων διαδηλωτών, έχουμε ένα "δολοφονικό πλήγμα στην καρδιά της δημοκρατίας". Πέραν των άλλων, έχουν και το συμβολισμό τους οι λέξεις. Σύμβολο της δημοκρατίας τους, της αστικής δημοκρατίας, της δικτατορίας του κεφάλαιου, είναι ο ΜΑΤάς. (…) Υπάρχει ένα λεπτό σημείο, μετά το οποίο οι ανεκτοί διαδηλωτές μετατρέπονται σε "εχθρούς της δημοκρατίας". Όταν διαβούν το χαντάκι της παραλυτικής αστικής νομιμότητας και αμφισβητήσουν έμπρακτα το μονοπώλιο της κρατικής βίας. Οι ΜΑΤάδες επιτρέπεται να σου ανοίγουν το κεφάλι με τα γκλομπ, εσύ απαγορεύεται να τους πετάξεις πέτρα. Οι ΜΑΤάδες επιτρέπεται να σε στέλνουν στο νοσοκομείο με τα χημικά, εσύ απαγορεύεται να πετάξεις μολότοφ (η χρήση της πλέον χαρακτηρίζεται πάντα ως ζεύγος κακουργημάτων: "κατοχή και χρήση εκρηκτικών"!) (…) Στην προκείμενη περίπτωση το μονοπώλιο της κρατικής βίας αμφισβητήθηκε σε ψηλό βαθμό. Σε βαθμό που έχει να κάνει με τη ζωή. Και οι μηχανισμοί πρέπει να δουλέψουν διπλοβάρδιες για να διαστρέψουν την αλήθεια, για να κάνουν το άσπρο μαύρο, για να αποκόψουν τις όποιες πράξεις επαναστατικής βίας από το λαό. Το μονοπώλιο της βίας πρέπει να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού. Να παραμείνει αποκλειστικό προνόμιο, περιουσιακό στοιχείο του αστικού κράτους. Οι πολίτες του οφείλουν να παραμένουν υποταγμένοι και να υφίστανται αυτή τη βία κάθε φορά που διεκδικούν δικαιώματα (…)».

3 σχόλια:

Ο χρήστης Blogger ange-ta είπε...

Απο τις γιορτές είχα κρατησει τον εγγονό μου για τρεις βδομάδες,
Εχτές πήρα την Ολυμπιακή, η οποία παρεπιτρόντως ήταν άδεια, για να τον πάω πίσω στους γονείς του.
Φτάνοντας στις Βρυξέλλες και αφού σ όλη τη διαδρομή έψελνα το μωράκι ότι έξω μας περιμένει ο μπαμπάς, μας περίμενε όχι ο μπαμπάς αλλά μια “ευχάριστη έκπληξη”
Μια ντουζίνα ευγενικών μπάτσων στημένη στην έξοδο του αεροπλάνου ζήταγε να δει τα χαρτιά μας! Αρχισα να ψάχνω την ταυτότητά μου, καθώς και την ταυτότητα του μωρού, που την είχα καταχωνιάσει σε μια τσάντα με όλα τα λοιπά συμπράκαλα, μπεμπιλίνα, παιγνίδια, παιδικά βιβλία, όλα αυτά που κουβαλούσα για να καλοπιάνω το παιδί να αντέξει την πτήση των τριών ωρών. Ο μικρός να με τραβάει να πάμε στον μπαμπά και οι μπάτσοι σταθεροί να δούνε τα χαρτιά μας.
Συγχισμένοι, τους ρωτάω γιατι να τους δίξω χαρτιά. Μήπως προσγειώθηκα σε ξένο κράτος και όχι σε κράτος μέλος της ΕΕ;

> Οχι κυριά μου, δεν είμαστε απο τον έλεγχο συνόρων, αλλά αστυνομία.
Με πήρε μια σύγχιση που δεν ήξερα τι γλώσσα να μιλήσω. Αρχισα να μιλάω γερμανικά που απο μόνα τους είναι σαν βρισιές,

Βρήκα τις ταυτότητες τις έδειξα με ολοφάνερη δυσαρέσκεια και έφυγα.

Ερώτημα: Υπάρχουν σεσημασμένοι Ελληνες;;;

Σάββατο, Ιανουαρίου 17, 2009 8:52:00 μ.μ.  
Ο χρήστης Blogger ange-ta είπε...

υπαλληλίσκοι φοβητσιάρηδες, δούλοι παχιοί, τους έχω βαρεθεί.»

Αυτο είναι Βάρναλης;

Σάββατο, Ιανουαρίου 17, 2009 8:53:00 μ.μ.  
Ο χρήστης Blogger ab irato είπε...

Όχι, δεν είναι φράση του Βάρναλη. Είναι απόσπασμα από ποίημα ("Κριτική στη σοβιετική γρφειοκρατία")του ανατολικογερμανού Wolf Biermann, που μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος και τραγούδησε η Μαρία Δημητριάδη (αργότερα και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου).

Δευτέρα, Ιανουαρίου 19, 2009 10:18:00 π.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα