ΤΑΞΙΔΙΑΡΑ ΨΥΧΗ...
Την Κυριακή 19 Αυγούστου 2007, στην ιταλική εφημερίδα "Corriere della Sera", δημοσιεύτηκε άρθρο της συγγραφέως Paola Capriolo με τίτλο "L’ arte di viaggiare" ("Η τέχνη του ταξιδεύειν"). Το κείμενο απετέλεσε την εισήγηση της Capriolo σε ημερίδα που διοργάνωσε το Πανεπιστήμιο της Padova με τίτλο «Συγγραφείς του κόσμου στο Veneto και συγγραφείς του Veneto στον κόσμο». Η συγγραφέας αναπτύσσει την ιδέα του ταξιδιού ως μία από τις καλές τέχνες και ως εργαλείο στην υπηρεσία της τέχνης. Η πιο σαφής περίπτωση είναι εκείνη του Rainer Maria Rilke ο οποίος, για να ξεπεράσει τα δημιουργικά του αδιέξοδα, αναζητούσε την έμπνευση στο τοπίο και ταξίδευε στην Ισπανία, στη Ρώμη ή στην Αίγυπτο. Ιδού κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα του κειμένου:
«(…) Είναι η ιδέα του "τουρισμού", όπως εξακολουθούμε να τον πραγματοποιούμε με έναν τρόπο πιο απλό και μαζικό. Είναι η ιδέα του σχεδιασμού και της διαμόρφωσης ενός μέρους του προσωπικού χρόνου με τον ίδιο τρόπο που θα προγραμματιζόταν η πλοκή ενός διηγήματος ή (στην περίπτωση των μεγάλων ταξιδιών του παρελθόντος) η εκ των προτέρων κατάτμηση ενός μυθιστορήματος σε κεφάλαια: κλείνοντας από πριν θέση στο αεροπλάνο και δωμάτιο στο ξενοδοχείο, σχεδιάζοντας τις επισκέψεις, προκαθορίζοντας πού θα βρεθεί το πρόσωπο που ονομάζεται "εγώ" και τι θα κάνει τη συγκεκριμένη ημέρα και ώρα. Και χωρίς να υπάρχει καμία σχέση με ό,τι προηγείται του ταξιδιού και με ό,τι έπεται, με τις καθημερινές συνήθειες, δηλαδή, με το σύνηθες περιεχόμενο της ζωής μας. Ανάμεσα στην καθημερινότητα και στο ταξίδι υπάρχει μια τομή όχι λιγότερο σαφής και βαθιά από εκείνη που υπάρχει μεταξύ της λέξης "τέλος" (με την οποία ένας συγγραφέας ολοκληρώνει το έργο του) και στη διαδοχή των πράξεων "σηκώνομαι, πηγαίνω στην κουζίνα και παίρνω ένα φλιτζάνι καφέ". Πιστεύω πως κανείς δε θα επιχειρούσε ένα "ταξίδι αναψυχής", αν δεν τον παρακινούσε αυτή η "καλλιτεχνική" επιθυμία να απομονώσει ένα κομμάτι εμπειρίας και να του δώσει μια πλήρη μορφή και μια αυτόνομη σημασία. Βέβαια, υπάρχει και το απρόβλεπτο, που πάντα φοβόμαστε αλλά κρυφά λαχταρούμε, το οποίο μας παρακινεί να αναχωρήσουμε: το απρόοπτο που θα μπορούσε να χαλάσει τα σχέδιά μας, μετατρέποντας το ταξίδι σε μια πραγματική και άγρια περιπέτεια, η οποία στις μέρες μας εμφανίζεται συνήθως με μη ευφάνταστη μορφή (όπως η απώλεια των αποσκευών ή μια "ξαφνική" απεργία των μέσων μεταφοράς). Αλλά και ο αφηγητής, για όσο επεξεργάζεται προσεκτικά τον πυρήνα του έργου του, δεν μπορεί ποτέ να γνωρίζει εκ των προτέρων με απόλυτη βεβαιότητα πώς θα εξελιχθεί το ταξίδι της γραφής: κάποιες φορές, είναι σαν κάποιος, στο μισό της διαδρομής, να θέλει να παρεκκλίνει της πορείας του και να κατευθυνθεί σε προορισμούς απρομελέτητους. (…) Το "τουριστικό" ταξίδι, αυτή η εντελώς συγκαιρινή δραστηριότητα, συνοδεύεται από μια σκιά σύγχρονης αμφιβολίας σχετικά με την ικανότητα του "εγώ" να βγει πραγματικά από τα όριά του, να γνωρίσει έναν "κόσμο" ανεξάρτητο από τις απεικονίσεις του. Με αυτήν την έννοια, φαίνεται πως το αρχέτυπο του τουρίστα δεν είναι ο Οδυσσέας, αλλά ο Δον Κιχώτης ο οποίος διασχίζει την Ισπανία χωρίς να βλέπει απολύτως τίποτα και προβάλλει πάνω στο καθετί το συνονθύλευμα των ιπποτικών φαντασιώσεων στις οποίες είναι φυλακισμένος. Κι όμως, η απατηλότητα του ταξιδιού καταφέρνει παραδόξως να συνυπάρχει με την επικινδυνότητά του, διότι δεν είναι χωρίς κινδύνους η απόσπαση ενός κομματιού ζωής από το σύνηθες πλαίσιό του. (…) Θα πάει στον κινηματογράφο, όπου θα βυθιστεί χωρίς κίνδυνο στην έκσταση των απενσαρκωμένων εικόνων που εναλλάσσονται στην οθόνη, διότι και αυτός είναι ένας τρόπος ταξιδιού, όπως είναι και η ανάγνωση ενός βιβλίου - η οποία, ωστόσο, απαιτεί έναν ιδιαίτερο ρυθμό: όχι τον γρήγορο ρυθμό των σαββατοκύριακών μας, αλλά εκείνον τον αργό και χαλαρό ρυθμό με τον οποίον οι προσκυνητές των μεγάλων ταξιδιών περνούσαν από τους σταθμούς ανεφοδιασμού, συχνά επάνω σε ταχυδρομικές άμαξες, χωρίς να βιάζονται να φτάσουν στον προορισμό τους και απολαμβάνοντας κάθε λεπτομέρεια του τοπίου. (…) Μας λείπει ο χρόνος, σίγουρα· μας λείπει η ικανότητα της αυτοσυγκέντρωσης· αλλά, πριν απ’ όλα, το αισθητικό μας κριτήριο γίνεται όλο και πιο εχθρικό προς εκείνη τη συνέχεια που επιτρέπει τον σχεδιασμό ενός μυθιστορήματος ή ενός "συναισθηματικού ταξιδιού". Αντί για τη συνέχεια, προτιμούμε την αστραπή, την εντύπωση, μια γρήγορη επιθετικότητα που βρίσκει την πιο τυπική της έκφραση στα διαφημιστικά μηνύματα. (…) Η αστραπή, η εντύπωση, το spot: όλες αυτές οι μορφές χαρακτηρίζονται από την έλλειψη πλοκής, δηλαδή την τομή ανάμεσα στο πριν και το μετά που ανήκει στη φύση του ταξιδιού. Πράγματι, ο τρόπος μας να αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα μοιάζει όλο και περισσότερο με μια σειρά συντομότατων ταξιδιών, τελείως αστραπιαίων, ανάμεσα στα οποία σπάνια μας μένει χρόνος για μια ήσυχη "επιστροφή στο σπίτι"».
1 σχόλια:
Οι φωτό μου θυμίζουν τους Φούρνους Ικαρίας
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα