Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011

Παντού και πάντοτε...

Στη στήλη «Μ’ ένα περιστέρι στον Κορυδαλλό», (εφημερίδα «Κόντρα», φύλλο 631, Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011) η πολύτιμη πέννα του Θ.Μ. παραθέτει ένα άκρως επίκαιρο και διαχρονικό απόσπασμα από το έργο του Karl Marx «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία, 1848-1850». Το απόσπασμα προέρχεται από το πρώτο μέρος του έργου που φέρει τον τίτλο «Η ήττα του Ιουνίου του 1848». Ο Marx συνέγραψε το εν λόγω πόνημα μεταξύ Ιανουαρίου και Οκτωβρίου του 1850 και η έκδοση του 1895 πραγματοποιήθηκε από τον Friedrich Engels –ο οποίος έγραψε και τον πρόλογο.

Ύστερα από την επανάσταση του Ιούλη, όταν ο φιλελεύθερος τραπεζίτης Λαφίτ οδηγούσε στο δημαρχείο θριαμβευτικά τον compère του (σσ. γαλλική λέξη με διφορούμενη έννοια: κουμπάρος ή συνεργός σε κάποια μηχανορραφία ή περιπέτεια), τον δούκα της Ορλεάνης –που ανέβηκε στο θρόνο της Γαλλίας με το όνομα Λουδοβίκος Φίλιππος– άφησε να του ξεφύγουν οι λέξεις «από δω και μπρος θα κυριαρχούν οι τραπεζίτες». Ο Λαφίτ είχε προδώσει το μυστικό της επανάστασης.
Στην εποχή του Λουδοβίκου Φιλίππου δεν κυριαρχούσε η γαλλική αστική τάξη, αλλά μόνο μια ομάδα της, τραπεζίτες, βασιλιάδες του χρηματιστηρίου, βασιλιάδες των σιδηροδρόμων, ιδιοκτήτες ορυχείων, κάρβουνου και σίδερου, ιδιοκτήτες δασών, ένα μέρος των τσιφλικάδων πού συνενώθηκαν μ’ αυτούς –η λεγόμενη αριστοκρατία του χρήματος. Αυτή κάθισε στο θρόνο, αυτή υπαγόρευε τους νόμους στις βουλές, αυτή μοίραζε τις δημόσιες θέσεις, από το υπουργείο ως τα γραφεία των καπνών. Η καθαυτό βιομηχανική αστική τάξη αποτελούσε ένα μέρος της επίσημης αντιπολίτευσης, δηλαδή δεν αντιπροσωπευόταν στις βουλές παρά σα μειοψηφία. Η αντιπολίτευσή της πρόβαλλε τόσο πιο αποφασιστικά όσο πιο ξεκάθαρα αναπτυσσόταν η αποκλειστική κυριαρχία της αριστοκρατίας του χρήματος κι όσο περισσότερο αυτή η ίδια θεωρούσε εξασφαλισμένη την κυριαρχία της πάνω στην εργατική τάξη ύστερα από τις πνιγμένες στο αίμα εξεγέρσεις του 1832, 1834 και 1839. Η μικροαστική τάξη σ’ όλες τις διαβαθμίσεις της, όπως και η αγροτική τάξη, είχαν αποκλειστεί ολότελα από την πολιτική εξουσία. Τέλος, μέσα στην επίσημη αντιπολίτευση ή ολότελα έξω από το "pays legal" (σσ. ο κύκλος των ανθρώπων που είχαν εκλογικό δικαίωμα. Έτσι ονόμαζαν στο καθεστώς της μοναρχίας του Ιούλη την άρχουσα μειοψηφία που είχε δικαίωμα ψήφου, σε αντίθεση με τις πλατιές μάζες του πληθυσμού που είχαν στερηθεί αυτό το δικαίωμα) βρίσκονταν οι ιδεολογικοί εκπρόσωποι και τα φερέφωνα των πιο πάνω τάξεων, οι σοφοί τους, οι δικηγόροι τους, οι γιατροί τους κλπ, με μια λέξη οι λεγόμενες "αξίες" τους.

Δημοσιονομικές δυσχέρειες έκαναν τη μοναρχία του Ιούλη να είναι από την αρχή εξαρτημένη από τη μεγαλοαστική τάξη και η εξάρτησή της από τη μεγαλοαστική τάξη έγινε μια αστείρευτη πηγή για το μεγάλωμα των δημοσιονομικών δυσχερειών.

(…) Αντίθετα, η ομάδα της αστικής τάξης που κυβερνούσε και νομοθετούσε με τις βουλές είχε άμεσο συμφέρον στην καταχρέωση του κράτους. Το κρατικό έλλειμμα, αυτό ήταν ίσα-ίσα το καθαυτό αντικείμενο της κερδοσκοπίας της και η κύρια πηγή του πλουτισμού της. Κάθε χρόνο κι από ένα νέο έλλειμμα. Ύστερα από κάθε τέσσερα-πέντε χρόνια κι από ένα νέο δάνειο. Και κάθε νέο δάνειο πρόσφερε στη χρηματική αριστοκρατία μια καινούργια ευκαιρία να κατακλέβει το κράτος που κρατιόταν τεχνικά στο χείλος της χρεωκοπίας -και που ήταν υποχρεωμένο να διαπραγματεύεται με τους τραπεζίτες κάτω από τους πιο δυσμενείς όρους. Κάθε νέο δάνειο της πρόσφερε μια ακόμη ευκαιρία να καταληστεύει με χρηματιστηριακές επιχειρήσεις το κοινό που τοποθετούσε τα κεφάλαιά του σε κρατικά ομόλογα και που στα μυστικά τους ήταν μπασμένες η κυβέρνηση και η πλειοψηφία της βουλής. Γενικά, η αστάθεια στην κατάσταση της κρατικής πίστης και η γνώση των κρατικών μυστικών έδινε στους τραπεζίτες και στους συνεταίρους τους στις βουλές και στο θρόνο τη δυνατότητα να προκαλούν εξαιρετικές, απότομες διακυμάνσεις στην τρέχουσα τιμή των κρατικών τίτλων, που δε μπορούσαν να έχουν κάθε φορά άλλο αποτέλεσμα παρά την καταστροφή μιας μάζας μικρότερων κεφαλαιούχων και το μυθικά γρήγορο πλουτισμό των μεγάλων παιχτών. Και μια που το κρατικό έλλειμμα ήταν το άμεσο συμφέρον της άρχουσας μερίδας της αστικής τάξης, εξηγείται γιατί οι έκτακτες κρατικές δαπάνες στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Λουδοβίκου Φιλίππου ξεπέρασαν πολύ περισσότερο από το διπλάσιο τις έκτακτες κρατικές δαπάνες του Ναπολέοντα, κι έφτασαν μάλιστα περίπου τα 400 εκατομμύρια φράγκα το χρόνο, ενώ οι ετήσιες εξαγωγές της Γαλλίας σπάνια ανέβαιναν στο ύψος των 750 εκατομμυρίων φράγκων κατά μέσον όρο. Τα τεράστια ποσά που κυλούσαν έτσι μέσα από τα χέρια του κράτους, έδιναν επί πλέον ευκαιρίες για δόλια συμβόλαια προμηθειών, για δωροδοκίες, καταχρήσεις και για κάθε λογής μπαγαμποντιές. Η εξαπάτηση του κράτους, όπως γινόταν χοντρικά με τα δάνεια, επαναλαμβανόταν και λιανικά στα δημόσια έργα. Οι σχέσεις ανάμεσα στη βουλή και στην κυβέρνηση πολλαπλασιάζονταν σα σχέσεις ανάμεσα σε ξεχωριστές διαχειρίσεις και σε ξεχωριστούς εργολάβους.
Σκίτσο του Γιάννη Ιωάννου

Ετικέτες , ,

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα