Αρχή(δια) Κατασκευής Ενόχων…
Ένα από τα πρόσφατα νομοθετικά «κατορθώματα» της ψευδοκυβέρνησης των ξεφωνημένων δωσίλογων και του αμερικανοθρεμμένου εντολοδόχου της παγκοσμιοποιημένης τοκογλυφίας, φέρει τον τίτλο «Νόμος 3932/2001, Σύσταση Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης» και αποτελεί «τροποποίηση» του προηγούμενου σχετικού νόμου 3691/2008 (Φ.Ε.Κ. 166 της 5ης Αυγούστου 2008). Δημοσιεύθηκε στο Πρώτο Τεύχος του Φ.Ε.Κ. (αριθμός φύλλου 49) της 10ης Μαρτίου 2011 –ημερομηνία κατά την οποία ξεκινά και η επίσημη ισχύς του.
Στην εισαγωγική παρουσίαση, μαθαίνουμε ότι «[…] Η Αρχή απολαμβάνει διοικητικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας […] Ο προϋπολογισμός της Αρχής αποτελεί τμήμα του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών […] Η Αρχή συγκροτείται από τον Πρόεδρο και ένδεκα (11) Μέλη, καθώς και από ισάριθμους αναπληρωτές τους, οι οποίοι πρέπει να διαθέτουν τις αυτές ιδιότητες και προσόντα με αυτούς. Ο Πρόεδρος και τα Μέλη της Αρχής απολαμβάνουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και δεσμεύονται μόνο από το νόμο και τη συνείδησή τους. Η θητεία τους είναι τριετής και μπορεί να ανανεώνεται για μια ακόμα φορά […] Τα Μέλη της Αρχής και οι αναπληρωτές τους διορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από πρόταση κατά λόγο αρμοδιότητας των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Οικονομικών, Εξωτερικών και Προστασίας του Πολίτη, του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς […]».
Για να υποψιαστούμε το γλέντι με τα κονδύλια (μυστικά και φανερά) που θα λάβει χώρα, αρκεί να αναφέρουμε ότι στις συνεδριάσεις και στη λήψη αποφάσεων θα συμμετέχουν 34 γραφειοκράτες –πολλοί από τους οποίους πολυθεσίτες (και πολυαμειβόμενοι) που στελεχώνουν και άλλους μηχανισμούς (Σ.Δ.Ο.Ε., Υπουργείο Οικονομικών, Υπουργείο Δικαιοσύνης, Υπουργείο Εξωτερικών, Τράπεζα της Ελλάδος, Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ΕΛ.ΑΣ., Λιμενικό Σώμα). Γίνεται λόγος για «[…] τις πρόσθετες αμοιβές και τις πραγματοποιούμενες υπερωρίες του προσωπικού που υπηρετεί με απόσπαση […], αμοιβές οι οποίες «[…] δεν υπόκεινται σε κρατήσεις υπέρ τρίτων […]» -καθαρές αποδοχές, δηλαδή. Επίσης, ο ανακαινισμένος φορέας «[…] πλαισιώνεται και υποστηρίζεται αυτοτελώς από διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό, καθώς και από επιστημονικό προσωπικό με ειδικές γνώσεις και εμπειρία […] –συνολικά 70 θέσεις...
Για να υποψιαστούμε το γλέντι με τα κονδύλια (μυστικά και φανερά) που θα λάβει χώρα, αρκεί να αναφέρουμε ότι στις συνεδριάσεις και στη λήψη αποφάσεων θα συμμετέχουν 34 γραφειοκράτες –πολλοί από τους οποίους πολυθεσίτες (και πολυαμειβόμενοι) που στελεχώνουν και άλλους μηχανισμούς (Σ.Δ.Ο.Ε., Υπουργείο Οικονομικών, Υπουργείο Δικαιοσύνης, Υπουργείο Εξωτερικών, Τράπεζα της Ελλάδος, Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ΕΛ.ΑΣ., Λιμενικό Σώμα). Γίνεται λόγος για «[…] τις πρόσθετες αμοιβές και τις πραγματοποιούμενες υπερωρίες του προσωπικού που υπηρετεί με απόσπαση […], αμοιβές οι οποίες «[…] δεν υπόκεινται σε κρατήσεις υπέρ τρίτων […]» -καθαρές αποδοχές, δηλαδή. Επίσης, ο ανακαινισμένος φορέας «[…] πλαισιώνεται και υποστηρίζεται αυτοτελώς από διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό, καθώς και από επιστημονικό προσωπικό με ειδικές γνώσεις και εμπειρία […] –συνολικά 70 θέσεις...
Φυσικά, το συγκεκριμένο τερατούργημα έχει και κατασταλτική διάσταση και, μάλιστα, εντελώς ανεξέλεγκτη και αυθαίρετη. Συγκεκριμένα, «[…] Η Μονάδα Διερεύνησης Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών συγκεντρώνει, διερευνά και αξιολογεί τις αναφορές υπόπτων ή ασυνήθων συναλλαγών που υποβάλλουν στην Αρχή τα υπόχρεα πρόσωπα, καθώς και τις πληροφορίες που διαβιβάζονται στην Αρχή από άλλους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς ή περιέρχονται σε αυτήν από τα μέσα ενημέρωσης, το διαδίκτυο ή οποιαδήποτε άλλη πηγή και αφορούν επιχειρηματικές, επαγγελματικές ή συναλλακτικές δραστηριότητες που ενδεχομένως σχετίζονται με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας […]. Σε επείγουσες περιπτώσεις ο Πρόεδρος διατάσσει τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων των ελεγχόμενων φυσικών ή νομικών προσώπων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 48 παράγραφος 5. Μετά το πέρας μιας έρευνας η Μονάδα αποφασίζει αν πρέπει να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο ή να παραπεμφθεί με αιτιολογημένο πόρισμά της στον αρμόδιο Εισαγγελέα, εφόσον τα συλλεγέντα στοιχεία κρίνονται επαρκή για μια τέτοια παραπομπή. Υπόθεση που αρχειοθετήθηκε μπορεί οποτεδήποτε να ανασυρθεί για να συνεχισθεί η έρευνα ή να συσχετισθεί με οποιαδήποτε άλλη έρευνα της Αρχής [...]. Η Μονάδα Οικονομικών Κυρώσεων κατά Υπόπτων Τρομοκρατίας συγκεντρώνει και αξιολογεί τις πληροφορίες που διαβιβάζονται στην Αρχή από τις αστυνομικές και εισαγγελικές αρχές ή έρχονται σε αυτήν με οποιονδήποτε άλλον τρόπο και αφορούν στην τέλεση πράξης από αυτές που περιγράφονται στο άρθρο 187Α του Ποινικού Κώδικα. Ομοίως, διερευνά και αξιολογεί κάθε τέτοια πληροφορία που διαβιβάζεται στην Αρχή από φορείς της αλλοδαπής, με τους οποίους και συνεργάζεται για την παροχή κάθε δυνατής συνδρομής. Ο Πρόεδρος και τα Μέλη της Μονάδας είναι αρμόδιοι για τις ενέργειες που προβλέπονται στο άρθρο 49 σχετικά με την εφαρμογή του μέτρου της δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων που επιβάλλεται με αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και των οργάνων του και με κανονισμούς και αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Μονάδα είναι επίσης αρμόδια για τον προσδιορισμό των φυσικών και νομικών προσώπων ή οντοτήτων που σχετίζονται με την τρομοκρατία και τη δέσμευση των περιουσιακών τους στοιχείων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 49Α […] προσδιορίζει τα σχετιζόμενα με την τρομοκρατία φυσικά και νομικά πρόσωπα ή οντότητες, βασιζόμενη σε ακριβείς πληροφορίες ή στοιχεία που υποβάλλονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη ή τις εισαγγελικές, δικαστικές ή άλλες διωκτικές αρχές. Οι πληροφορίες και τα στοιχεία αυτά αφορούν συγκεκριμένα πρόσωπα ή οντότητες που διαμένουν ή εδρεύουν ή κατέχουν περιουσία, σύμφωνα με την έννοια της παρ. 6 του άρθρου 187Α Π.Κ., στην ημεδαπή και τα οποία διέπραξαν ή διαπράττουν ή αποπειρώνται να διαπράξουν ή συμμετέχουν ή με οποιονδήποτε τρόπο διευκολύνουν την τέλεση τρομοκρατικών πράξεων, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 187Α Π.Κ. […] στη Μονάδα υποβάλλονται τα εξής: α) τα αποδεικτικά στοιχεία ή οι πληροφορίες οποιουδήποτε είδους που προέκυψαν από τη διενέργεια ελέγχων σε βάρος νομικών προσώπων ή οντοτήτων που ανήκουν ή ελέγχονται από τρομοκράτες ή τρομοκρατικές οργανώσεις ή σε βάρος φυσικών ή νομικών προσώπων ή οντοτήτων που είτε βοηθούν ή παρέχουν οικονομική, υλική, τεχνολογική ή οποιαδήποτε άλλη υποστήριξη με σκοπό την υποβοήθηση τρομοκρατικών ενεργειών, είτε συνδέονται με οποιονδήποτε τρόπο με τρομοκράτες ή τρομοκρατικές οργανώσεις, β) οι ασκηθείσες ποινικές διώξεις για τρομοκρατικές πράξεις ή χρηματοδότηση τρομοκρατών ή τρομοκρατικών οργανώσεων, γ) οι καταδικαστικές αποφάσεις για την τέλεση τρομοκρατικών πράξεων και δ) οι καταδικαστικές αποφάσεις για τη χρηματοδότηση μεμονωμένων τρομοκρατών ή τρομοκρατικών οργανώσεων […] η Μονάδα με απόφασή της διατάσσει τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων των φυσικών και νομικών προσώπων ή οντοτήτων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, καθώς και των περιουσιακών στοιχείων που ελέγχουν μέσω παρένθετων προσώπων ή κατέχουν μαζί με άλλους, την απαγόρευση κίνησης λογαριασμών και ανοίγματος τραπεζικών θυρίδων, την απαγόρευση παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών στα ανωτέρω πρόσωπα, υπό την έννοια του στοιχείου 3 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 2580/2001 του Συμβουλίου, όπως ισχύει, καθώς και τη λήψη κάθε άλλου αναγκαίου μέτρου αν συντρέχουν προς τούτο σοβαροί δικαιολογητικοί λόγοι. Η δέσμευση εκτείνεται και στις προσόδους των ανωτέρω περιουσιακών στοιχείων. Ως δέσμευση, υπό την έννοια του παρόντος, νοείται η απαγόρευση οποιασδήποτε κίνησης, μεταβίβασης, μεταβολής, χρήσης ή διαπραγμάτευσης περιουσιακών στοιχείων, η οποία θα καθιστούσε δυνατή τη χρησιμοποίησή τους, περιλαμβανομένης και της διαχείρισης χαρτοφυλακίων. Η Μονάδα διαβιβάζει σε αρμόδιες αλλοδαπές αρχές πληροφορίες και στοιχεία, κατά την έννοια της παραγράφου 1, σε βάρος των προσδιοριζόμενων ως σχετιζόμενων με την τρομοκρατία φυσικών και νομικών προσώπων ή οντοτήτων, που διαμένουν ή εδρεύουν ή κατέχουν περιουσία, σύμφωνα με την έννοια της παρ. 6 του άρθρου 187Α Π.Κ., στην εδαφική τους επικράτεια και υποβάλλει αιτήματα, προκειμένου να περιληφθούν τα ονόματα αυτών των προσώπων και οντοτήτων στους αντίστοιχους καταλόγους που τηρούνται στις χώρες αυτές και να δεσμευθούν τα υπάρχοντα περιουσιακά τους στοιχεία [...] Η Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης δέχεται τις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης όλων των προσώπων που υποχρεούνται στην υποβολή τέτοιας δήλωσης, πλην εκείνων που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ έως και ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 1, του άρθρου 14 του ν. 3213/2003 και του Προέδρου, των Μελών και του προσωπικού της Αρχής. Επιπλέον, διερευνά και αξιολογεί τις πληροφορίες που διαβιβάζονται ή περιέρχονται στην Αρχή σχετικά με τη μη υποβολή ή με ανακρίβειες των δηλώσεων αυτών, προβαίνοντας σε δειγματοληπτικό, κατά την κρίση της, ή στοχευμένο έλεγχο της περιουσιακής κατάστασης των υπόχρεων προσώπων. Ο έλεγχος, πέραν της διαπίστωσης της υποβολής και του αληθούς περιεχομένου της δήλωσης, περιλαμβάνει σε κάθε περίπτωση τη διακρίβωση, κατά πόσον η απόκτηση νέων περιουσιακών στοιχείων ή η επαύξηση υφιστάμενων δικαιολογείται από το ύψος των πάσης φύσεως εσόδων των υπόχρεων σε δήλωση προσώπων, σε συνδυασμό με τις δαπάνες διαβίωσής τους [...]».
Και για όσους δεν επείσθησαν σχετικά με τις υπερεξουσίες του θεσμού αυτού, υπάρχει το κατάλληλο Άρθρο (7Β) το οποίο μας προειδοποιεί ότι «[…] Οι Μονάδες της Αρχής έχουν πρόσβαση σε κάθε μορφής αρχείο δημόσιας αρχής ή οργανισμού που τηρεί και επεξεργάζεται δεδομένα, καθώς και στο σύστημα "Τειρεσίας" [...] Οι Μονάδες μπορούν, επιπλέον, σε σοβαρές κατά την κρίση τους υποθέσεις, να διενεργούν ειδικούς επιτόπιους ελέγχους σε οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία ή σε οργανισμούς και επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα, συνεργαζόμενες, αν κριθεί αναγκαίο, με τις εκάστοτε αρμόδιες αρχές. Οι Μονάδες ζητούν από τα υπόχρεα πρόσωπα όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους, στις οποίες περιλαμβάνονται και ομαδοποιημένες πληροφορίες που αφορούν ορισμένες κατηγορίες συναλλαγών ή δραστηριοτήτων φυσικών ή νομικών προσώπων ή οντοτήτων της ημεδαπής ή της αλλοδαπής. Επιπλέον, μπορούν να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους και στις εγκαταστάσεις των υπόχρεων προσώπων, υπό την προϋπόθεση τήρησης – εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση – των άρθρων 9 παράγραφος 1, 9Α και 19 παράγραφος 1 του Συντάγματος, και ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές για περιπτώσεις ελλιπούς συνεργασίας ή μη συμμόρφωσης των εν λόγω προσώπων προς τις υποχρεώσεις τους, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. Έναντι των Μονάδων δεν ισχύει, κατά τη διάρκεια των ελέγχων και ερευνών τους, οποιοδήποτε τραπεζικό, χρηματιστηριακό, φορολογικό ή επαγγελματικό απόρρητο, με την επιφύλαξη των άρθρων 212, 261 και 262 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας [...]».
Το νεοπαγές τερατούργημα βρήκε εφαρμογή σχεδόν αμέσως. Όπως διαβάζουμε σε ρεπορτάζ της Βάνας Φωτοπούλου με τίτλο «Νόμος-έκτρωμα» («Ελευθεροτυπία», Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011), «[…] Την προηγούμενη εβδομάδα ένα έγγραφο - απόφαση του προέδρου της Αρχής, αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Π. Νικολούδη κοινοποιήθηκε στους καταδικασθέντες της 17Ν. Τους γνωστοποιούσε ότι περιλαμβάνονται στη λίστα των προσώπων που σχετίζονται με την τρομοκρατία, γεγονός που συνεπάγεται τη δέσμευση των περιουσιακών τους στοιχείων. Κατά τον κ. Νικολούδη, η αποστολή του εγγράφου έγινε προκειμένου να ενημερωθούν για την άσκηση των δικαιωμάτων που προβλέπει ο επίμαχος νόμος 3932/2011 […] Χαρακτηριστικό είναι ότι σ' έναν από τους αποφυλακισμένους της 17Ν δεσμεύτηκε τραπεζικός λογαριασμός με 300 ευρώ που αντιστοιχούσε στο επίδομα ανεργίας, σ' έναν άλλον επίσης 300 ευρώ που προέρχονταν από έμβασμα του πατέρα του. Οι συνέπειες όμως δεν σταματούν εδώ. Το μέτρο της δέσμευσης «πνίγει» τη δυνατότητα ακόμη και να εργαστούν, αφού όσοι κατάφεραν να βρουν δουλειά, δεν μπορούν να πληρωθούν μέσω τράπεζας [...]».
Για το επίμαχο θέμα, ο Κώστας Χρυσόγονος (συνταγματολόγος και καθηγητής στη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ.) επισημαίνει μεταξύ άλλων («Ελευθεροτυπία», Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011): […] εξοπλίζει την Αρχή αυτή με υπερεξουσίες, χωρίς να προβλέπεται πάντα επαρκής έλεγχος του τρόπου άσκησής τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι ως πρόεδρος της Αρχής ορίζεται υποχρεωτικά (άρθρο 7 παρ. 5 ν. 3691/2008) ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός εν ενεργεία (δηλαδή αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και ότι μεταξύ των αρμοδιοτήτων του περιλαμβάνεται (άρθρο 48 παρ. 5 ν. 3691/2008) η απαγόρευση κίνησης τραπεζικών λογαριασμών προσώπων που είναι απλώς «ύποπτα» (χωρίς να είναι απαραίτητο να έχει ασκηθεί καν ποινική δίωξη εναντίον τους) για συγκεκριμένα αδικήματα, χωρίς προηγούμενη ακρόασή τους. Μοναδική διέξοδος για την προστασία των θιγομένων είναι η υποβολή αίτησης ανάκλησης προς το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, δηλαδή κατά κανόνα προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών. Ωστόσο, για όποιον γνωρίζει το ασφυκτικό ιεραρχικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί η ελληνική πολιτική και ποινική δικαιοσύνη είναι εμφανές ότι η πιθανότητα να ακυρώσουν πρωτοδίκες διάταξη του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Παραβιάζονται έτσι το δικαίωμα για δικαστική προστασία (άρθρο 20 παρ. 1 Συντ.) και ειδικότερα για «δίκαιη δίκη» (άρθρο 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ). Ακόμη παραβιάζονται και οι σχετικές με τη διάκριση των δικαιοδοσιών διατάξεις των άρθρων 94 και 95 του Συντάγματος, αφού η κρίση για το κύρος διοικητικής πράξης (η Αρχή Καταπολέμησης είναι προδήλως ανεξάρτητη διοικητική αρχή) δεν ανατίθεται στο Συμβούλιο της Επικρατείας ή σε άλλο διοικητικό δικαστήριο, αλλά σε συμβούλιο της ποινικής δικαιοσύνης. Ακόμη χειρότερα είναι τα προβλήματα σε σχέση με τη διάταξη του άρθρου 49Α παρ. 3 ν. 3691/2008 (προστέθηκε με το άρθρο 7 ν. 3932/2011), η οποία καθιστά τη Β' Μονάδα της Αρχής αρμόδια να διατάσσει την (επ' αόριστον) «δέσμευση» κάθε περιουσιακού στοιχείου προσώπων που είτε καταδικάστηκαν για τέλεση τρομοκρατικών πράξεων είτε απλώς ασκήθηκε σχετική δίωξη εναντίον τους ή ακόμη έχουν προκύψει «πληροφορίες» ότι υποστηρίζουν τρομοκρατικές οργανώσεις ή συνδέονται μ' αυτές. Η μόνη προϋπόθεση που τίθεται είναι να συντρέχουν για τη δέσμευση «σοβαροί δικαιολογητικοί λόγοι», χωρίς να διευκρινίζεται ποιοι είναι οι λόγοι αυτοί. Με τον τρόπο αυτόν καταστρατηγείται σειρά ολόκληρη διατάξεων αυξημένης τυπικής ισχύος, όπως το άρθρο 7 παρ. 3 του Συντάγματος (απαγόρευση γενικής δήμευσης), το άρθρο 1 του πρώτου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (προστασία της περιουσίας) και το άρθρο 14 παρ. 7 του Διεθνούς Συμφώνου Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων (απαγόρευση νέας τιμώρησης προσώπου για αδίκημα για το οποίο έχει καταδικασθεί, αφού εδώ, μετά και πέρα από τη στέρηση της προσωπικής ελευθερίας και τις άλλες ποινές που καταγνώσθηκαν από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο, ο κατάδικος υφίσταται εκ των υστέρων «δέσμευση»-δήμευση δυνητικά του συνόλου της περιουσίας του). Η σχετική προσφυγή του θιγόμενου εκδικάζεται από ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου (σε τριμελές συμβούλιο) παραβιάζοντας έτσι τα άρθρα 94 και 95 του Συντάγματος […] Το ισχύον στη χώρα μας σύστημα διάχυτου και παρεμπίπτοντος ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων (σε αντίθεση με τα πλείστα των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου υφίστανται συνταγματικά δικαστήρια περιβεβλημένα με επαρκείς εγγυήσεις ανεξαρτησίας) είναι απηρχαιωμένο και αναποτελεσματικό […].
Τέλος, σχετική δήλωση έκανε στις 5.10.2011 και ο (έγκλειστος στις Φυλακές Κορυδαλλού) Δημήτρης Κουφοντίνας –την παραθέτουμε αυτούσια: «Τον Μάρτιο του ‘11 η Βουλή του Μνημονίου ανέθεσε στην «Β΄ Μονάδα της Αρχής για την επιβολή κυρώσεων κατά υπόπτων τρομοκρατίας» την αρμοδιότητα να συντάσσει και να τηρεί κατάλογο που περιλαμβάνει τα ονόματα των «σχετιζομένων με την τρομοκρατία φυσικών και νομικών προσώπων ή οντοτήτων». Την παμπάλαια τακτική της εξουσίας να συντάσσει τέτοιους καταλόγους κωδικοποίησε πρώτη η αρχαία Ρώμη, με τη δωδεκάδελτο, από τον 5ο π.Χ. αιώνα, θεσπίζοντας κατάλογο με τα ονόματα όσων διέπρατταν το υπέρτατο έγκλημα καθοσιώσεως να τα βάλουν με την κρατική εξουσία. Η απλή αναφορά από τους υπηκόους των ονομάτων αυτού του καταλόγου επέσυρε βαρύτατες ποινές και όσοι περιλαμβάνονταν εκεί έμεναν άταφοι, ενώ τα υπάρχοντά τους δημεύονταν από το κράτος. Σήμερα τα ανδρείκελα της τρόικας συνεχίζουν επάξια αυτήν την παράδοση και αναθέτουν στην δικαιοσύνη, την ίδια δικαιοσύνη που αφήνει ανενόχλητους τους λυμεώνες του δημόσιου πλούτου, να συντάξει κατάλογο με τους σύγχρονους αντιπάλους της κρατικής εξουσίας τους οποίους αποκαλεί συκοφαντικά τρομοκράτες. Μάλιστα αυτή η έκτακτη νομοθεσία έφερε τους πρώτους καρπούς και ήδη 175 ευρώ από μια αγροτική σύνταξη και ένα επίδομα ανεργίας οδεύουν στη μαύρη τρύπα της εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους. Είναι αυτονόητο ότι αποτελεί τιμή για μένα η ένταξη σε ένα κατάλογο αμετανόητων αντιπάλων της εξουσίας, όπως είναι αυτονόητο ότι ο ελληνικός λαός έχει συντάξει ήδη τον δικό του κατάλογο όσων ευθύνονται για την εθνική και κοινωνική καταστροφή, όσων παρέδωσαν άνευ όρων τους αδύναμους ως λεία στους ισχυρούς. Και η ιστορία διδάσκει ότι αργά ή γρήγορα θα έχουν την τύχη που τους αρμόζει.».
Ετικέτες Δικαιοσύνη, Καταστολή, Πολιτικοί κρατούμενοι
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα